Η
κυβέρνηση επαίρεται καθημερινά και με κάθε ευκαιρία για τις επιδόσεις
της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της. Την ίδια εικόνα
παρουσιάζει η ελεγχόμενη από αυτήν «δημοσιογραφία», προβάλλοντας τις
κυβερνητικές δηλώσεις καθώς και εκθέσεις προερχόμενες από πηγές εντός
και εκτός Ελλάδος. Αυτή είναι η ωραιοποιημένη εικόνα της οικονομίας και
κατ’ επέκταση της ελληνικής κοινωνίας η οποία απέχει παρασάγγας από την
πραγματικότητα που βιώνει ο λαός.
Όσοι ζουν με τον λαό αντιμετωπίζουν μια άλλη πραγματικότητα που περιγράφεται με την απλή φράση: «γιατί μετά το τέλος του μισθού περισσεύει τόσος πολύς μήνας»;
Τα στοιχεία
Κάνοντας
ένα γύρο στη θεματολογία, των καναλιών της TV αλλά και γενικότερα στα
ΜΜΕ, τα ζητήματα που κυριαρχούν στην λαϊκή «ενημερωτική» ζώνη είναι οι
όποιες μορφές επιδομάτων και βοηθημάτων και επιπλέον για τους
συνταξιούχους τα εφ’ άπαξ αναδρομικά. Τα παραπάνω διανθισμένα με
υποσχέσεις για διάφορα κέρδη αν καλέσουν στον «τάδε» αριθμό και μπουν
στην κλήρωση…. Αρκεί μόνο αυτή η προσέγγιση για να κατανοήσει κάποιος τη
δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται η λαϊκή οικογένεια.
3 εκατομμύρια Έλληνες στο όριο της φτώχειας – 1 στα 3 παιδιά (ηλικίας έως 18 ετών) σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού -1 εκατομμύριο εγγεγραμμένοι άνεργοι
Πέρα
από αυτή τη γενική διαπίστωση, αν αναζητήσει κάποιος τα στοιχεία θα
γνωρίσει μια άλλη Ελλάδα που δεν έχει καμία σχέση με τις φιλοφρονήσεις
ότι πάμε καλά στα θέματα της οικονομίας. Πρακτικά 10 χρόνια μνημονίων,
ενώ οι μνημονιακές πολιτικές εφαρμόζονται μέχρι σήμερα, καθώς και 2
χρόνια πανδημίας έχουν καταβαραθρώσει τα εισοδήματα και έχουν οδηγήσει
πλατιά λαϊκά στρώματα σε απόγνωση.
Δείκτης φτώχειας: Το
28,9 % του πληθυσμού της χώρας (λίγο παραπάνω από 3 εκατομμύρια άτομα)
βρέθηκαν στα όρια της φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού το 2020 σύμφωνα
με την ΕΛΣΤΑΤ. Σύμφωνα με τη Eurostat η Ελλάδα είναι στην τρίτη
χειρότερη θέση στην Ε.Ε. με αντίστοιχο ποσοστό στο 27,5%, πίσω από τη
Ρουμανία (35,8%) και τη Βουλγαρία (33,6%).
Αντίστοιχα προς
χειρότερα είναι τα ποσοστά για το «μέλλον της χώρας». Το 1 στα 3 παιδιά
(ηλικίας έως 18 ετών) βρισκόταν το 2020 σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού
αποκλεισμού.
Μισθοί και συντάξεις: Ο μέσος μισθός για τα 2,3 εκατ.
ασφαλισμένους μισθωτούς, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ, τον Ιούλιο
2020 (τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) προ φόρων και κρατήσεων ήταν
952,19 ευρώ. Αντίστοιχα η μέση σύνταξη (κύρια και επικουρική) τώρα, το
Νοέμβριο 2021 είναι 843,16 ευρώ. Τα στοιχεία αυτά είναι κατατοπιστικά
και δεν χρειάζεται να μπούμε σε μεγαλύτερο βάθος για να δείξουμε ότι ένα
πολύ μεγάλο μέρος των μισθωτών και των συνταξιούχων, περίπου 1/3, έχει
εισόδημα στα όρια ή ακόμα και κάτω από τα όρια της φτώχειας.
Τα
εισοδήματα αυτά δεν καλύπτουν μόνο τους άμεσα εργαζόμενους /
ασφαλισμένους και τις οικογένειές τους, κατά τα προβλεπόμενα στη
νομοθεσία (οικονομικώς προστατευόμενα μέλη σύμφωνα με τη φορολογική
δήλωση). Καλύπτουν και άλλα μέλη της οικογένειας, με την ελληνική
ουσιαστική έννοια του όρου, που δεν έχουν εισοδήματα ή τα εισοδήματά
τους είναι ανεπαρκή για την επιβίωσή τους. Αρκεί εδώ να σημειώσουμε ότι
από τους σχεδόν ένα εκατομμύριο εγγεγραμμένους ανέργους στον ΟΑΕΔ
επιδοτείται, με τα γνωστά ελάχιστα-ανεπαρκέστατα ποσά, μόλις το 10,6%
από τους αυτούς. Οι άλλοι σύμφωνα με τις κυβερνήσεις διαχρονικά δεν
είναι άνεργοι, όπως ισχυρίζεται ο υπουργός «ανάπτυξης» Α. Γεωργιάδης.
Στέρηση αγαθών: Το
16,5% του πληθυσμού αντιμετώπισε το 2020 σοβαρή στέρηση υλικών αγαθών.
Με το ποσοστό αυτό (το αντίστοιχο του 2019 ήταν 16,2%), σύμφωνα με τη
Eurostat, η Ελλάδα κατατάχθηκε στη δεύτερη χειρότερη θέση στην Ε.Ε. πίσω
από τη Βουλγαρία (19,4%).
Αποταμίευση: Φυσικά
με τα παραπάνω εισοδήματα και την κατάσταση φτώχειας δεν είναι δυνατόν
να υπάρχει αποταμίευση από τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Έτσι
η Ελλάδα κατατάχθηκε στην τελευταία θέση στην Ε.Ε. με ποσοστό
αποταμίευσης 2,6%. Σημειώνεται ότι όλα τα χρόνια 2012-2019 ο αντίστοιχος
ρυθμός ήταν αρνητικός. Βέβαια αυτή η τραγική κατάσταση δεν εμποδίζει
μια σειρά «αναλυτές» να μιλούν για ρεκόρ στις καταθέσεις των
νοικοκυριών, επειδή σημειώθηκε κάποια βελτίωση στο σύνολο των καταθέσεων
τους τελευταίους μήνες, χωρίς να αναζητούν έστω σχολιάζουν για τις
πηγές αυτών χρημάτων σε σχέση με τις γενικότερες οικονομικές συνθήκες
των πλατιών λαϊκών στρωμάτων.
Έκτακτα έξοδα: Όταν
δεν υπάρχει αποταμίευση δεν υπάρχει άμεσος τρόπος, με ίδια μέσα,
αντιμετώπισης έκτακτων εξόδων, και αν είσαι αποκλεισμένος λόγω χρεών από
το τραπεζικό σύστημα τότε η κατάσταση γίνεται τραγική. Σύμφωνα με τη
Eurostat 1 στους 2 στην Ελλάδα (50,4%) αδυνατεί να αντιμετωπίσει έκτακτα
έξοδα ύψους 395 ευρώ. Είναι δε χαρακτηριστικό της κατάστασης ότι από τα
θεωρούμενα στατιστικά «μη φτωχά νοικοκυριά» το 40,8% δηλώνει οικονομική
δυσκολία έως αδυναμία να καλύψει αυτό το ποσό των εκτάκτων δαπανών. Με
αυτά τα δεδομένα η Ελλάδα καταλαμβάνει μία ακόμα οδυνηρή πρώτη θέση στην
Ε.Ε.
Χρέη: Τα κόκκινα δάνεια προς το
τραπεζικό σύστημα, ανεξάρτητα ποιος είναι ο κάτοχός τους σήμερα
(τράπεζες, funds, θυγατρικές των τραπεζών ειδικού σκοπού κλπ), ξεπερνούν
τα 73 δισ. ευρώ. Τα χρέη προς την εφορία (ΔΟΥ) ξεπέρασαν τα 109 δισ.
ευρώ (Σεπτέμβριος 2021) ενώ τα χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία έφτασαν
την ίδια περίοδο τα 38,7 δισ. ευρώ. Συνολικά δηλαδή το καθαρά
προβληματικό, στο μεγαλύτερο μέρος του ληξιπρόθεσμο και με αδυναμία να
αποπληρωθεί ιδιωτικό χρέος ανέρχεται σε 220,7 δισ. ευρώ και αντιστοιχεί
στο 126% του ΑΕΠ.
Ακρίβεια: Οι
πρόσφατες, με έναρξη από τον Ιούνιο, συνεχείς ανατιμήσεις ειδών με
κεντρικό άξονα τις τιμές ενέργειας (καύσιμα, ρεύμα) διαμορφώνουν ένα
ακόμα πιο ζοφερό μέλλον για τα νοικοκυριά, που θα πρέπει να
αντιμετωπίσουν την νέα κατάσταση όντας ήδη εδώ και χρόνια σε μια
αδυναμία ανταπόκρισης στις διάφορες υποχρεώσεις τους.
Πανδημία: Όλα
τα παραπάνω και πολλά περισσότερα που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε
πρέπει να τα συνδυάζουμε με τις ειδικότερες συνθήκες της περιόδου
(πανδημία) και τις εξελίξεις της που οδηγούν, εκτός των άλλων σε
μεγαλύτερες δαπάνες υγείας από τα νοικοκυριά προς τον ιδιωτικό τομέα
υγείας. Από την υποχρέωση για τα διάφορα covid test μέχρι την
υπολειτουργία του δημόσιου συστήματος υγείας για μια σειρά παθήσεις και
περιστατικά. Είναι δε τόση η ευαισθησία της κυβέρνησης στο θέμα που
μείωσε τις δαπάνες υγείας κατά σχεδόν ένα δισ. ευρώ (820 εκ.) στον
προϋπολογισμό του 2022.
Του Παύλου Δερμενάκη
Πηγή: edromos.gr
μονταζ teo
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου