Τα χρόνια πέρασαν, οι γενιές επίσης και η μνήμη αδυνάτισε. Είναι μόνη
αυτή που μπορεί να συνδεθεί με το αόρατο νήμα που φέρνει τις θύμησες
των παλιών στη σκέψη των νέων.
Χωρίς αυτήν τη διαρκή ανταλλαγή, η ιστορία πεθαίνει και οι κοινωνίες
επίσης. Τη λένε και λήθη. Ο απόλυτος εχθρός της Δημοκρατίας. Είναι αυτή
που κάνει τους ανθρώπους να νομίζουν πως όλα είναι κεκτημένα, πως τίποτε δεν αλλάζει, πως η Δημοκρατία είναι δεδομένη. Δεν ήταν, δεν είναι και δεν θα είναι ποτέ.
.
Η Δημοκρατία κερδίζεται και στη συνέχεια παλεύει για να μείνει ζωντανή.
Τον ρόλο του μαχητή αναλαμβάνουν οι πολίτες. Συλλογική και ατομική
ευθύνη. Το αναγκαίο δίδυμο που μας κρατά όρθιους.
Σαράντα τέσσερα χρόνια μετά και τα μαλλιά άσπρισαν στην κεφαλή. Πολλοί από εκείνους που βρέθηκαν μέσα στη Νομική και αργότερα στο Πολυτεχνείο έχουν ήδη διαβεί τον Αχέροντα. Πολλοί άλλαξαν πορεία και έκαναν άλλες επιλογές. Ορισμένοι απλώς καμώνονται πως το «ξέχασαν» για να μη θυμούνται. Είναι και αυτή μία μέθοδος αυτοπροστασίας. Άλλοι στη μοναξιά τους μνημονεύουν τους νεκρούς, τους φίλους και τους συντρόφους τους. Μένουν και εκείνοι που από την πρώτη στιγμή κεφαλαιοποίησαν την παρουσία τους. Τους είδαμε στα έδρανα της Βουλής, σε υπουργικού θώκους, σε θεσμικές θέσεις, σε πόστα ανώτερα της κοινωνικής ιεραρχίας. Τους είδαμε να διαδραματίζουν ρόλους στα πολιτικά κόμματα, στον Τύπο, στον χώρο της γνώσης, ενίοτε και της…. απόγνωσης.
Ο εορτασμός αυτής της ημέρας μνήμης εξελίχθηκε σε μία ρουτίνα, με συνθήματα και αναφορές που ανήκουν στην κατηγορία των κλισέ, με ξύλινο πολιτικό λόγο και ακόμη πιο ξύλινες αναλύσεις. Η δυναμική της μνήμης συγκρούστηκε με τη δυναμική της καλοπέρασης και του βολέματος, της αναρρίχησης, του… «επαγγελματισμού». Είδαμε «επαγγελματίες» συνδικαλιστές, πολιτικούς, τοπικούς άρχοντες, θεσμικούς ή όχι ταγούς, είδαμε τα συνθήματα του Πολυτεχνείου να εξελίσσονται σε μία ισοπεδωμένη ρητορική, ανούσια και βαρετή για τα αφτιά των νεότερων. Κάπως έτσι πορεύεται η Ιστορία αλλά όχι όμως μόνον έτσι. Αλλιώς χάνει νόημα η καταγραφή και η μελέτη της.
Ναι. Στο Πολυτεχνείο σκοτώθηκαν άνθρωποι από τους φασίστες της Χούντας. Έχουν όνομα, διεύθυνση, έχουν αριθμό δελτίου ταυτότητας. Δεν είναι άγνωστοι, ανώνυμοι.
Οι απολύτως επιβεβαιωμένοι θάνατοι είναι 24. Δεν ήταν μόνον φοιτητές ή μαθητές. Ήταν και επαγγελματίες, οικοδόμοι, ηλεκτρολόγοι. Δεν ήταν όλοι έφηβοι ή πολύ νέοι. Ήταν και μεσήλικες και σαραντάρηδες. Ήταν άνδρες και γυναίκες, ήταν εργαζόμενοι πολίτες, σπουδαστές με όνειρα, φοιτητές και μαθητές που ένιωσαν τη στιγμή και κατέβηκαν για να συμμετάσχουν σε εκείνη την εξέγερση. Αυτούς τους 24 νεκρούς πρέπει να τους μνημονεύουμε. Πρόκειται για καθήκον και για δέσμευση.
Αυτός είναι ο κατάλογος των νεκρών πολιτών. Φονιάς τους ήταν η ανείπωτη φασιστική βαρβαρότητα.
1. Σπυρίδων Κοντομάρης, 57 ετών, δικηγόρος (πρώην βουλευτής Κέρκυρας της Ένωσης Κέντρου)
2. Διομήδης Κομνηνός, 17 ετών, μαθητής
3. Σωκράτης Μιχαήλ, 57 ετών, εμπειρογνώμων ασφαλιστικής εταιρείας
4. Toril Margethe Engeland, 22 ετών, φοιτήτρια από το Molde της Νορβηγίας
5. Βασίλειος Φάμελλος, 26 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος
6. Γεώργιος Σαμούρης, 22 ετών, φοιτητής Παντείου
7. Δημήτριος Κυριακόπουλος, 35 ετών, οικοδόμος
8. Σπύρος Μαρίνος, επονομαζόμενος Γεωργαράς, 31 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος
9. Νικόλαος Μαρκούλης, 24 ετών, εργάτης
10. Αικατερίνη Αργυροπούλου, 76 ετών, κάτοικος Κέννεντυ και Καλύμνου
11. Στυλιανός Καραγεώργης, 19 ετών, οικοδόμος
12. Μάρκος Καραμανής, 23 ετών, ηλεκτρολόγος
13. Αλέξανδρος Σπαρτίδης, 16 ετών, μαθητής
14. Δημήτριος Παπαϊωάννου, 60 ετών, διευθυντής ταμείου αλευροβιομηχάνων
15. Γεώργιος Γεριτσίδης, 47 ετών, εφοριακός υπάλληλος
16. Βασιλική Μπεκιάρη, 17 ετών, εργαζόμενη μαθήτρια
17. Δημήτρης Θεοδώρας, 52 ετών
18. Αλέξανδρος Βασίλειος (Μπασρί) Καράκας, 43 ετών, Αφγανός τουρκικής υπηκοότητας, ταχυδακτυλουργός
19. Αλέξανδρος Παπαθανασίου, 59 ετών, συνταξιούχος εφοριακός
20. Ανδρέας Κούμπος, 63 ετών, βιοτέχνης
21. Μιχαήλ Μυρογιάννης, 20 ετών, ηλεκτρολόγος
22. Κυριάκος Παντελεάκης, 44 ετών, δικηγόρος
23. Ευστάθιος Κολινιάτης, 47 ετών
24. Ιωάννης Μικρώνης, 22 ετών, φοιτητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών.
Σαράντα τέσσερα χρόνια μετά και τα μαλλιά άσπρισαν στην κεφαλή. Πολλοί από εκείνους που βρέθηκαν μέσα στη Νομική και αργότερα στο Πολυτεχνείο έχουν ήδη διαβεί τον Αχέροντα. Πολλοί άλλαξαν πορεία και έκαναν άλλες επιλογές. Ορισμένοι απλώς καμώνονται πως το «ξέχασαν» για να μη θυμούνται. Είναι και αυτή μία μέθοδος αυτοπροστασίας. Άλλοι στη μοναξιά τους μνημονεύουν τους νεκρούς, τους φίλους και τους συντρόφους τους. Μένουν και εκείνοι που από την πρώτη στιγμή κεφαλαιοποίησαν την παρουσία τους. Τους είδαμε στα έδρανα της Βουλής, σε υπουργικού θώκους, σε θεσμικές θέσεις, σε πόστα ανώτερα της κοινωνικής ιεραρχίας. Τους είδαμε να διαδραματίζουν ρόλους στα πολιτικά κόμματα, στον Τύπο, στον χώρο της γνώσης, ενίοτε και της…. απόγνωσης.
Ο εορτασμός αυτής της ημέρας μνήμης εξελίχθηκε σε μία ρουτίνα, με συνθήματα και αναφορές που ανήκουν στην κατηγορία των κλισέ, με ξύλινο πολιτικό λόγο και ακόμη πιο ξύλινες αναλύσεις. Η δυναμική της μνήμης συγκρούστηκε με τη δυναμική της καλοπέρασης και του βολέματος, της αναρρίχησης, του… «επαγγελματισμού». Είδαμε «επαγγελματίες» συνδικαλιστές, πολιτικούς, τοπικούς άρχοντες, θεσμικούς ή όχι ταγούς, είδαμε τα συνθήματα του Πολυτεχνείου να εξελίσσονται σε μία ισοπεδωμένη ρητορική, ανούσια και βαρετή για τα αφτιά των νεότερων. Κάπως έτσι πορεύεται η Ιστορία αλλά όχι όμως μόνον έτσι. Αλλιώς χάνει νόημα η καταγραφή και η μελέτη της.
Ναι. Στο Πολυτεχνείο σκοτώθηκαν άνθρωποι από τους φασίστες της Χούντας. Έχουν όνομα, διεύθυνση, έχουν αριθμό δελτίου ταυτότητας. Δεν είναι άγνωστοι, ανώνυμοι.
Οι απολύτως επιβεβαιωμένοι θάνατοι είναι 24. Δεν ήταν μόνον φοιτητές ή μαθητές. Ήταν και επαγγελματίες, οικοδόμοι, ηλεκτρολόγοι. Δεν ήταν όλοι έφηβοι ή πολύ νέοι. Ήταν και μεσήλικες και σαραντάρηδες. Ήταν άνδρες και γυναίκες, ήταν εργαζόμενοι πολίτες, σπουδαστές με όνειρα, φοιτητές και μαθητές που ένιωσαν τη στιγμή και κατέβηκαν για να συμμετάσχουν σε εκείνη την εξέγερση. Αυτούς τους 24 νεκρούς πρέπει να τους μνημονεύουμε. Πρόκειται για καθήκον και για δέσμευση.
Αυτός είναι ο κατάλογος των νεκρών πολιτών. Φονιάς τους ήταν η ανείπωτη φασιστική βαρβαρότητα.
1. Σπυρίδων Κοντομάρης, 57 ετών, δικηγόρος (πρώην βουλευτής Κέρκυρας της Ένωσης Κέντρου)
2. Διομήδης Κομνηνός, 17 ετών, μαθητής
3. Σωκράτης Μιχαήλ, 57 ετών, εμπειρογνώμων ασφαλιστικής εταιρείας
4. Toril Margethe Engeland, 22 ετών, φοιτήτρια από το Molde της Νορβηγίας
5. Βασίλειος Φάμελλος, 26 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος
6. Γεώργιος Σαμούρης, 22 ετών, φοιτητής Παντείου
7. Δημήτριος Κυριακόπουλος, 35 ετών, οικοδόμος
8. Σπύρος Μαρίνος, επονομαζόμενος Γεωργαράς, 31 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος
9. Νικόλαος Μαρκούλης, 24 ετών, εργάτης
10. Αικατερίνη Αργυροπούλου, 76 ετών, κάτοικος Κέννεντυ και Καλύμνου
11. Στυλιανός Καραγεώργης, 19 ετών, οικοδόμος
12. Μάρκος Καραμανής, 23 ετών, ηλεκτρολόγος
13. Αλέξανδρος Σπαρτίδης, 16 ετών, μαθητής
14. Δημήτριος Παπαϊωάννου, 60 ετών, διευθυντής ταμείου αλευροβιομηχάνων
15. Γεώργιος Γεριτσίδης, 47 ετών, εφοριακός υπάλληλος
16. Βασιλική Μπεκιάρη, 17 ετών, εργαζόμενη μαθήτρια
17. Δημήτρης Θεοδώρας, 52 ετών
18. Αλέξανδρος Βασίλειος (Μπασρί) Καράκας, 43 ετών, Αφγανός τουρκικής υπηκοότητας, ταχυδακτυλουργός
19. Αλέξανδρος Παπαθανασίου, 59 ετών, συνταξιούχος εφοριακός
20. Ανδρέας Κούμπος, 63 ετών, βιοτέχνης
21. Μιχαήλ Μυρογιάννης, 20 ετών, ηλεκτρολόγος
22. Κυριάκος Παντελεάκης, 44 ετών, δικηγόρος
23. Ευστάθιος Κολινιάτης, 47 ετών
24. Ιωάννης Μικρώνης, 22 ετών, φοιτητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών.
μονταζ teo
17/11/17
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου