Νέα ένταση στο Αιγαίο προκαλούν οι εκδώσεις παράνομων Navtex
εκ μέρους της Τουρκίας για έρευνες σε περιοχές που περιλαμβάνουν μέρος
της ελληνικής και κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Η Άγκυρα ασκεί επισταμένα την γνωστή πολιτική των «κανονιοφόρων» για να δείξει αποφασιστική στάση και να μην επιτρέψει στους Ελληνοκύπριους να «επιτύχουν
τα σχέδια τους για τα κοιτάσματα μονομερώς».
Υπάρχει περίπτωση όμως αυτή η στάση να μετατραπεί σύμφωνα με ειδικούς σε γενικευμένη ελληνοτουρκική σύγκρουση;
1). Τρέχουσα κατάσταση
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο ετών οι ενεργειακές επενδύσεις στην Ανατολική Μεσόγειο βρίσκονται σε εξέλιξη, κυρίως ως εναλλακτικές (και ταυτόχρονα ανταγωνιστικές) πηγές προμήθειας στους ρωσικούς αγωγούς.
Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει εκδώσει άδεια για έρευνες σε υπεράκτιες περιοχές της επικράτειάς της, με την Τουρκία από την αρχή να εκφράζει την αντίθεσή της σε αυτές τις «μονομερείς” (όπως τις αποκαλεί) ενέργειες. Η Άγκυρα βλέπει ως «πρόκληση» οποιαδήποτε μη εγκεκριμένη δράση στον διεθνή τομέα αλλά παραμένει εγκλωβισμένη από όλους προς το παρόν.
Τον Φεβρουάριο του 2018, η Άγκυρα εξέδωσε την NAVTEX με την οποία ακύρωσε αποτελεσματικά τις δραστηριότητες του γεωτρύπανου Saipem 12000 της (ENI) στο θαλάσσιο οικόπεδο 3 (θέση «Squid”). Στην εν λόγω περιοχή, οι μονάδες του τουρκικού ναυτικού κινήθηκαν προκλητικά εμποδίζοντας το ιταλικό πλοίο κατά παράβαση όλων των διεθνών κανόνων, χωρίς η Ρώμη να πράξει ουδέν.
Η Τουρκία χρησιμοποιεί κατά κόρον στην εξωτερική της πολιτική, τη λεγόμενη «στρατιωτική διπλωματία» (μεταμοντέρνο πόλεμο), διεξάγοντας αποστολές με σκοπό να αυξήσει το στρατιωτικό κύρος της, οριοθετώντας παράνομα περιοχές για ασκήσεις και αμφισβητώντας ταυτόχρονα τα δικαιώματα Ελλάδος και Κύπρου με την χρήση ναυτικών μονάδων επιφανείας.
Τον τελευταίο καιρό, η κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο όμως έχει οξυνθεί επικίνδυνα εξαιτίας της εξόδου του ερευνητικού σκάφους Barbaros και της προγραμματισμένης δραστηριότητας του πλωτού γεωτρύπανου Fatih ανοικτά της Ατάλλειας.
Το σεισμογραφικό πλοίο Barbaros έπλευσε περίπου 150 ναυτικά μίλια νοτιοδυτικά της Κρήτης, σε περιοχή κοντά στο οικόπεδο «6” και εντός της μη οριοθετημένης ΑΟΖ της Ελλάδας (μετά τη δέσμευση της περιοχής με NAVTEX).
Τώρα το Barbaros επίσης πλέει στα όρια των θαλάσσιων οικοπέδων 4 και 5 της κυπριακής ΑΟΖ, 94 ναυτικά μίλια δυτικά της Πάφου.
Είναι σαφές ότι η Τουρκία προσπαθεί να αμφισβητήσει το καθεστώς στην περιοχή και θέλει να δημιουργήσει αβεβαιότητα και ανασφάλεια στις ξένες επιχειρήσεις εξόρυξης, επιδιώκοντας να ακυρώσει τις συμφωνίες που επετεύχθησαν στο πλαίσιο της περίφημης «τριμερούς» (μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και Αιγύπτου).
2). Ελληνική αντίδραση
Η Ελλάδα αντέδρασε σε όλες αυτές τις τουρκικές κινήσεις στέλνοντας στην περιοχή φρεγάτα για να αντιμετωπίσει την τουρκική πρόκληση.
Το ερευνητικό σκάφος όμως «Barbaros Hayreddin Pasa” αμέσως πλαισιώθηκε από τα τουρκικά πολεμικά πλοία F-491 Giresun” (κλάση Oliver Perry) και F-490 Gaziantep που μεταφέρει πολλαπλό σύστημα πυραύλων!
Με άλλα λόγια, ενώ η ελληνική φρεγάτα μεταφέρει 8 βλήματα Harpoon (με εμβέλεια περίπου 120 χλμ.) και 8 αντιαεροπορικά βλήματα Sea Sparrow (με εμβέλεια 19 km), κάθε τουρκική φρεγάτα αντιπαραβάλλει εξίσου (8) RGM-84 Harpoon, 72 αντιαεροπορικά βλήματα 1MR (με εύρος 60 km), και 32 βλήματα RIM-162 (με εύρος 50 km).
Τα τουρκικά πλοία εξασφαλίζουν την αποκαλούμενη «αεροπορική άμυνα περιοχής», σε αντίθεση με το ελληνικό πλοίο, το οποίο είναι ικανό για «αεροπορική άμυνα σημείου».
Επίσης τα τουρκικά πλοία διαθέτουν το σύγχρονο σύστημα εντολών μάχης «GENESIS» με δυνατότητα διασύνδεσης μεταφοράς δεδομένων.
Η ελληνική φρεγάτα, η οποία έσπευσε να αντικαταστήσει τον «Νικηφόρο Φωκά», έχει πιο προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα από τα τουρκικά πλοία, αλλά στερείται του ίδιου αριθμού οπλικών συστημάτων.
Βέβαια σε περίπτωση κλιμάκωσης η ελληνική Φρεγάτα θα πλαισιωθεί αμέσως με αρκετά πολεμικά πλοία τα οποία θα ισοβαθμήσουν τις όποιες αδυναμίες υπάρχουν τώρα.
3) Στρατιωτικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των δύο χωρών
Το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό κατά τη διάρκεια της κρίσης έχασε πολλά πλεονεκτήματα του μετά την απόσυρσή και όχι την αντικατάσταση μεγάλων πλοίων, όπως τα αντιτορπιλικά κλάσεως «Adams» και των Φρεγατών ανθυποβρυχιακού πολέμου «Knox».
Συνεπώς, το ελληνικό ναυτικό διαθέτει λιγότερες με πριν επιχειρησιακές ικανότητες στην ανοιχτή θάλασσα της ανατολικής Μεσογείου (ενώ η κατάσταση στο Αιγαίο μεταβάλλεται συνεχώς προς το χειρότερο).
Το ελληνικό ναυτικό ξεπερνά σε συστήματα το τουρκικό ναυτικό, μόνο στα ταχέα πλοία όπως τα Zubr (χρησιμοποιούνται για αιφνιδιαστικές επιθέσεις ανακατάληψης νήσων, αποβατικές ενέργειες, επομένως δεν έχουν σημαντική επιχειρησιακή αξία στην Α. Μεσόγειο) και σε σύγχρονα υποβρύχια.
Αυτή τη στιγμή η ελληνική ναυτική υπεροχή υφίσταται στα 4 υποβρύχια U-214 κλάσεως «Παπανικολή”. Η κατάσταση μπορεί να αλλάξει στο μέλλον λόγω της πιθανής αγοράς των σκαφών της κατηγορίας Belharra, αλλά προς το παρόν η κατάσταση είναι υπέρ της Τουρκίας σε σύγχρονες μονάδες επιφανείας.
Μια πιθανή όμως ελληνοτουρκική διαμάχη θα περιλάμβανε πάρα πολλά συστήματα αεροναυτικών όπλων. Φυσικά, δεν είναι εύκολο να αναλυθούν όλες τις παραμέτρους της στρατιωτικής δύναμης για τον μέσο αναγνώστη, αλλά θα επιδιωχθεί να παρουσιαστεί το πραγματικό πλαίσιο, εν συντομία.
Η Τουρκία διαθέτει μια σειρά μονάδων επιφανείας σε σχέση με την Ελλάδα (26 έναντι 13), θαλάσσια περιπολικά αεροσκάφη (6 εναντίον 0), ικανότητες αεροπορικής άμυνας (λόγω των 8 πλοίων Gabya), (ηλεκτρονικός πόλεμος με αεροσκάφη CN-235EW αεροσκαφών, UAV π.χ. MALE ANKA-S, υπερσύγχρονο σύστημα παρακολούθησης AWACS MESA, επίγεια ναυτική παρακολούθηση, κλπ.), δορυφορική κάλυψη και επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, αλλά και στον ψυχολογικό πόλεμο λόγω εμπειρίας στην Συρία).
Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις όμως έχουν απολέσει στο σύνολο τους έμπειρους αξιωματικούς μετά το πραξικόπημα και δεν είναι γνωστό αν έχουν την δυνατότητα εφαρμογής νέων τακτικών, ειδικά στην ανάπτυξη δυνάμεων σε μη γραμμικές επιχειρήσεις αλλά και στον υβριδικό πόλεμο.
Πρέπει επίσης να αξιολογήσουμε και την ικανότητα της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας να πετάει και να παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα στην περιοχή.
Οι δύο πλησιέστερες αεροπορικές βάσεις (Ικόνιο και Αδάνα) απέχουν περίπου 400 χλμ. ενώ η πλησιέστερη ελληνική βάση βρίσκεται σε περίπου 700 χλμ.
Η τουρκική Πολεμική Αεροπορία διαθέτει 7 αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασμού KC-135R, τα οποία μπορούν να διπλασιάσουν το χρόνο πτήσης των αεροσκαφών της, μια ικανότητα που δεν διαθέτει η ελληνική Πολεμική Αεροπορία.
Αυτό όμως που είναι καταλυτικό είναι και εδώ η ικανότητα των Τούρκων πιλότων η οποία είναι κατά πολύ κατώτερη των Ελλήνων που θεωρούνται από τους καλύτερους στο ΝΑΤΟ, σύμφωνα με δεδομένα της ίδιας της συμμαχίας.
Η Ελλάδα μπορεί να στείλει 84 μαχητικά (F-16C / Dblock52 / M) στην Α.Μεσόγειο, (λόγω των συμμορφούμενων δεξαμενών καυσίμου) και 24 Mirage2000-5 με εξωτερικές δεξαμενές (διαμόρφωση «DELTA”).
Τα εναπομείναντα αεροσκάφη αντιμετωπίζουν πρόβλημα καυσίμου λόγω απόστασης, το οποίο, για να ξεπεραστεί, θα πρέπει να εξοπλιστούν με εξωτερικές δεξαμενές μεγάλης χωρητικότητας (600 γαλόνια), η τοποθέτηση των οποίων κατά κύριο λόγο συνεπάγεται μείωση της φέρουσας ικανότητας των όπλων και δεύτερον, λιγότερους ελιγμούς (ζωτικής σημασίας σε περίπτωση αερομαχίας).
Η τουρκική Πολεμική Αεροπορία μπορεί θεωρητικά να αποστείλει όλα τα μαχητικά της (235 F-16C / D CCIP / Block50plus και 32-35 F-4E Terminator) χωρίς περιορισμούς, αλλά εδώ και πάλι η ικανότητα των Ελλήνων πιλότων θα είναι καταλυτική για το ποιος θα επιβιώσει.
Τελικά, η μεγαλύτερη απειλή κατά των ελληνικών πολεμικών πλοίων προέρχεται από αερομεταφερόμενους πυραύλους SOM (χαμηλή ηλεκτρομαγνητική τροχιά), οι οποίοι μπορούν να χτυπήσουν εχθρικούς στόχους από μια ασφαλή απόσταση (120 χλμ.).
Η Ελλάδα μπορεί να ανταποκριθεί με έναν περιορισμένο αριθμό πυραύλων (34) τύπου AM-39 Exocet από μικρότερες αποστάσεις (50 km).
Είναι ορατό ότι τυπικά η Τουρκία διαθέτει πολλά σύγχρονα συστήματα όπλων που μπορεί να στείλει στη νοτιοανατολική Μεσόγειο σε περίπτωση κλιμάκωσης.
Αλλά σε ένα πόλεμο υπάρχει πάντα ο ανθρώπινος παράγοντας που ελέγχει όλα αυτά τα συστήματα, η τεχνική βοήθεια και φυσικά η δυνατότητα ροής ανταλλακτικών, πυρομαχικών και ανθρώπινου προσωπικού.
Αυτά όλα είναι καταλυτικά και προσμετρούνται σε κάθε πολεμική αναμέτρηση.
Η τουρκική κοινωνία έχει γαλουχηθεί ναι μεν από μια κουλτούρα πολέμου που υποτίθεται ότι προτιμά την «θυσία για την πατρίδα” κατά της ανθρώπινης ζωής.
Αλλά οι εκατοντάδες πλέον εικόνες με τα φέρετρα Τούρκων στρατιωτών που σκοτώθηκαν στην Συρία και στις μάχες με τον ΡΚΚ, καθώς και ο ιδεολογικός διαμελισμός της τουρκικής κοινωνίας σε Γκιουλενιστές και ισλαμιστές, αποτελεί εχέγγυο μιας καταστροφής, στην πρώτη πολεμική ήττα στα πεδία των μαχών.
Η τουρκική κοινωνία οδηγείται εδώ και καιρό από το ΑΚΡ σε διάλυση λόγω της ιδεοληψίας του Ερντογάν περί αναβίωσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Αυτό είναι ήδη ορατό στους Τούρκους πολίτες που βιώνουν πλέον και μια οικονομική κρίση, την οποία οι Έλληνες καλώς ή κακώς, έμαθαν πλέον να την διαχειρίζονται πολύ καλύτερα.
Φυσικά, η πιθανότητα μιας σύγκρουσης θα πρέπει να θεωρηθεί απομακρυσμένη (αλλά όχι αποκλεισμένη), αλλά η Τουρκία, ξέροντας από την αρχή τις εσωτερικές αδυναμίες, μπορεί να εξισορροπήσει την ένταση στο επιθυμητό σημείο (π.χ. δημιουργία μιας άρνησης πολεμικής ζώνης / Α2 / ΑΔ) για να αναγκάσει την Ελλάδα να αποσυρθεί και να αναστείλει τις αποφάσεις που ελήφθησαν στο πλαίσιο των τριμερών επαφών. προβληματική.
4). Οριοθετήσεις και Συμμαχίες.
Η Τουρκία αντιτάχθηκε στη δυνατότητα επέκτασης των χωρικών υδάτων από τα 6 στα 12 ν.μ. υπενθυμίζοντας το παλαιό «Casus Belli”.
Αναγνωρίζοντας στενά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις τα τελευταία 40 χρόνια, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία προσπαθεί να εξαναγκάσει την Ελλάδα να μην ασκήσει όλα τα κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο. Αυτό κάποτε πέτυχε τώρα όμως δεν πρόκειται να πετύχει.
Το «εγκάρδιο κλίμα» που επικρατεί στις τριμερείς συναντήσεις μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου-Ισραήλ, μπορεί ακόμα να μην έχει δημιουργήσει τις τελικές προϋποθέσεις αμοιβαίας στρατιωτικής βοήθειας, αλλά το γεγονός ότι ο ισραηλινός Πρωθυπουργός Νετανιάχου εξέφρασε πρόσφατα τους φόβους του για πιθανή τουρκική επίθεση εναντίον του Ισραήλ, θα μεταβάλει την όλη κατάσταση. Οι Τούρκοι δεν διαθέτουν ήδη διπλωματικές σχέσεις με το Τελ Αβιβ και αυτό λέει πολλά.
Ελλάδα και Ισραήλ προσπαθούν να εξισορροπήσουν την τουρκική επιθετικότητα μέσω της «λεγόμενης” Εξωτερικής Εξισορρόπησης, αλλά είναι απαραίτητο να ξεπεραστούν προς το παρόν, προβλήματα συνεννόησης σε πολλά ζητήματα.
Επίσης, το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών πράγματι εξέδωσε μια διφορούμενη ανακοίνωση προς Ελλάδα και Τουρκία, καλώντας τις δύο χώρες να επιλύσουν διμερείς διαφορές με συναινετικό τρόπο.
Θα πρέπει να υποθέσουμε ότι οι ΗΠΑ μπορεί να μην βοηθήσουν την Ελλάδα – παρά τις ελπιδοφόρες επιθυμίες κάποιων πολιτικών ηγετών, καθηγητών διεθνών σχέσεων και Ελλήνων πολιτών – επειδή βρίσκονται σε συνεχή επαφή με την Άγκυρα, προκειμένου να εξομαλύνουν τις διεθνικές σχέσεις, διότι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η Τουρκία κατέχει μια σημαντική γεωστρατηγική θέση θεμελιώδους σημασίας.
Τα πράγματα όμως άλλαξαν μετά την έκθεση του Πενταγώνου για την Τουρκία και την αγορά των F-35, λόγω του άξονα Μόσχας-Άγκυρας-Τεχεράνης-Πεκίνου.
Υπάρχει πάντα όμως η περίπτωση η Τουρκία του Ερντογάν να κριθεί και να καταδικαστεί από την Ουάσιγκτον εφόσον συνεχιστεί η σχέση ειδικά με Μόσχα και Τεχεράνη, και τότε σε αυτήν την περίπτωση η Ελλάδα θα βρεθεί ανέλπιστα από την πλευρά των νικητών «συμμάχων» και όλα είναι πιθανά και στην Α.Μεσόγειο.
Άλλωστε ο Ερντογάν με την άφρονα νέο-οθωμανική πολιτική του θα δει αυτό που φοβάται δηλαδή την δημιουργία ενός κλίματος που ανάγεται στην περίοδο των Βαλκανικών πολέμων στην διεθνή σκηνή, λόγω του σχεδίου της δημιουργίας του κράτους του Κουρδιστάν.
Αυτό το κλίμα έχει ήδη δημιουργηθεί ανάγοντας την Τουρκία ως μη χρήσιμη πλέον στην δυτική συμμαχία που έχει άλλα σχέδια για μεγαλύτερους αντιπάλους όπως την Ρωσία και την Κίνα.
Η μόνη ενδεδειγμένη λύση για όλα αυτά όμως είναι, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις με κάθε κόστος, θυσία, φορολογική πολιτική, για να γνωρίζουν οι Τούρκοι ότι για κάθε σπιθαμή ελληνικού εδάφους θα δεχθούν να χάσουν «πολύ αίμα», το οποίο τελικά δεν θα αντέξουν να δικαιολογήσουν στον λαό τους.
.Η Άγκυρα ασκεί επισταμένα την γνωστή πολιτική των «κανονιοφόρων» για να δείξει αποφασιστική στάση και να μην επιτρέψει στους Ελληνοκύπριους να «επιτύχουν
τα σχέδια τους για τα κοιτάσματα μονομερώς».
Υπάρχει περίπτωση όμως αυτή η στάση να μετατραπεί σύμφωνα με ειδικούς σε γενικευμένη ελληνοτουρκική σύγκρουση;
1). Τρέχουσα κατάσταση
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο ετών οι ενεργειακές επενδύσεις στην Ανατολική Μεσόγειο βρίσκονται σε εξέλιξη, κυρίως ως εναλλακτικές (και ταυτόχρονα ανταγωνιστικές) πηγές προμήθειας στους ρωσικούς αγωγούς.
Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει εκδώσει άδεια για έρευνες σε υπεράκτιες περιοχές της επικράτειάς της, με την Τουρκία από την αρχή να εκφράζει την αντίθεσή της σε αυτές τις «μονομερείς” (όπως τις αποκαλεί) ενέργειες. Η Άγκυρα βλέπει ως «πρόκληση» οποιαδήποτε μη εγκεκριμένη δράση στον διεθνή τομέα αλλά παραμένει εγκλωβισμένη από όλους προς το παρόν.
Τον Φεβρουάριο του 2018, η Άγκυρα εξέδωσε την NAVTEX με την οποία ακύρωσε αποτελεσματικά τις δραστηριότητες του γεωτρύπανου Saipem 12000 της (ENI) στο θαλάσσιο οικόπεδο 3 (θέση «Squid”). Στην εν λόγω περιοχή, οι μονάδες του τουρκικού ναυτικού κινήθηκαν προκλητικά εμποδίζοντας το ιταλικό πλοίο κατά παράβαση όλων των διεθνών κανόνων, χωρίς η Ρώμη να πράξει ουδέν.
Η Τουρκία χρησιμοποιεί κατά κόρον στην εξωτερική της πολιτική, τη λεγόμενη «στρατιωτική διπλωματία» (μεταμοντέρνο πόλεμο), διεξάγοντας αποστολές με σκοπό να αυξήσει το στρατιωτικό κύρος της, οριοθετώντας παράνομα περιοχές για ασκήσεις και αμφισβητώντας ταυτόχρονα τα δικαιώματα Ελλάδος και Κύπρου με την χρήση ναυτικών μονάδων επιφανείας.
Τον τελευταίο καιρό, η κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο όμως έχει οξυνθεί επικίνδυνα εξαιτίας της εξόδου του ερευνητικού σκάφους Barbaros και της προγραμματισμένης δραστηριότητας του πλωτού γεωτρύπανου Fatih ανοικτά της Ατάλλειας.
Το σεισμογραφικό πλοίο Barbaros έπλευσε περίπου 150 ναυτικά μίλια νοτιοδυτικά της Κρήτης, σε περιοχή κοντά στο οικόπεδο «6” και εντός της μη οριοθετημένης ΑΟΖ της Ελλάδας (μετά τη δέσμευση της περιοχής με NAVTEX).
Τώρα το Barbaros επίσης πλέει στα όρια των θαλάσσιων οικοπέδων 4 και 5 της κυπριακής ΑΟΖ, 94 ναυτικά μίλια δυτικά της Πάφου.
Είναι σαφές ότι η Τουρκία προσπαθεί να αμφισβητήσει το καθεστώς στην περιοχή και θέλει να δημιουργήσει αβεβαιότητα και ανασφάλεια στις ξένες επιχειρήσεις εξόρυξης, επιδιώκοντας να ακυρώσει τις συμφωνίες που επετεύχθησαν στο πλαίσιο της περίφημης «τριμερούς» (μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και Αιγύπτου).
2). Ελληνική αντίδραση
Η Ελλάδα αντέδρασε σε όλες αυτές τις τουρκικές κινήσεις στέλνοντας στην περιοχή φρεγάτα για να αντιμετωπίσει την τουρκική πρόκληση.
Το ερευνητικό σκάφος όμως «Barbaros Hayreddin Pasa” αμέσως πλαισιώθηκε από τα τουρκικά πολεμικά πλοία F-491 Giresun” (κλάση Oliver Perry) και F-490 Gaziantep που μεταφέρει πολλαπλό σύστημα πυραύλων!
Με άλλα λόγια, ενώ η ελληνική φρεγάτα μεταφέρει 8 βλήματα Harpoon (με εμβέλεια περίπου 120 χλμ.) και 8 αντιαεροπορικά βλήματα Sea Sparrow (με εμβέλεια 19 km), κάθε τουρκική φρεγάτα αντιπαραβάλλει εξίσου (8) RGM-84 Harpoon, 72 αντιαεροπορικά βλήματα 1MR (με εύρος 60 km), και 32 βλήματα RIM-162 (με εύρος 50 km).
Τα τουρκικά πλοία εξασφαλίζουν την αποκαλούμενη «αεροπορική άμυνα περιοχής», σε αντίθεση με το ελληνικό πλοίο, το οποίο είναι ικανό για «αεροπορική άμυνα σημείου».
Επίσης τα τουρκικά πλοία διαθέτουν το σύγχρονο σύστημα εντολών μάχης «GENESIS» με δυνατότητα διασύνδεσης μεταφοράς δεδομένων.
Η ελληνική φρεγάτα, η οποία έσπευσε να αντικαταστήσει τον «Νικηφόρο Φωκά», έχει πιο προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα από τα τουρκικά πλοία, αλλά στερείται του ίδιου αριθμού οπλικών συστημάτων.
Βέβαια σε περίπτωση κλιμάκωσης η ελληνική Φρεγάτα θα πλαισιωθεί αμέσως με αρκετά πολεμικά πλοία τα οποία θα ισοβαθμήσουν τις όποιες αδυναμίες υπάρχουν τώρα.
3) Στρατιωτικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των δύο χωρών
Το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό κατά τη διάρκεια της κρίσης έχασε πολλά πλεονεκτήματα του μετά την απόσυρσή και όχι την αντικατάσταση μεγάλων πλοίων, όπως τα αντιτορπιλικά κλάσεως «Adams» και των Φρεγατών ανθυποβρυχιακού πολέμου «Knox».
Συνεπώς, το ελληνικό ναυτικό διαθέτει λιγότερες με πριν επιχειρησιακές ικανότητες στην ανοιχτή θάλασσα της ανατολικής Μεσογείου (ενώ η κατάσταση στο Αιγαίο μεταβάλλεται συνεχώς προς το χειρότερο).
Το ελληνικό ναυτικό ξεπερνά σε συστήματα το τουρκικό ναυτικό, μόνο στα ταχέα πλοία όπως τα Zubr (χρησιμοποιούνται για αιφνιδιαστικές επιθέσεις ανακατάληψης νήσων, αποβατικές ενέργειες, επομένως δεν έχουν σημαντική επιχειρησιακή αξία στην Α. Μεσόγειο) και σε σύγχρονα υποβρύχια.
Αυτή τη στιγμή η ελληνική ναυτική υπεροχή υφίσταται στα 4 υποβρύχια U-214 κλάσεως «Παπανικολή”. Η κατάσταση μπορεί να αλλάξει στο μέλλον λόγω της πιθανής αγοράς των σκαφών της κατηγορίας Belharra, αλλά προς το παρόν η κατάσταση είναι υπέρ της Τουρκίας σε σύγχρονες μονάδες επιφανείας.
Μια πιθανή όμως ελληνοτουρκική διαμάχη θα περιλάμβανε πάρα πολλά συστήματα αεροναυτικών όπλων. Φυσικά, δεν είναι εύκολο να αναλυθούν όλες τις παραμέτρους της στρατιωτικής δύναμης για τον μέσο αναγνώστη, αλλά θα επιδιωχθεί να παρουσιαστεί το πραγματικό πλαίσιο, εν συντομία.
Η Τουρκία διαθέτει μια σειρά μονάδων επιφανείας σε σχέση με την Ελλάδα (26 έναντι 13), θαλάσσια περιπολικά αεροσκάφη (6 εναντίον 0), ικανότητες αεροπορικής άμυνας (λόγω των 8 πλοίων Gabya), (ηλεκτρονικός πόλεμος με αεροσκάφη CN-235EW αεροσκαφών, UAV π.χ. MALE ANKA-S, υπερσύγχρονο σύστημα παρακολούθησης AWACS MESA, επίγεια ναυτική παρακολούθηση, κλπ.), δορυφορική κάλυψη και επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, αλλά και στον ψυχολογικό πόλεμο λόγω εμπειρίας στην Συρία).
Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις όμως έχουν απολέσει στο σύνολο τους έμπειρους αξιωματικούς μετά το πραξικόπημα και δεν είναι γνωστό αν έχουν την δυνατότητα εφαρμογής νέων τακτικών, ειδικά στην ανάπτυξη δυνάμεων σε μη γραμμικές επιχειρήσεις αλλά και στον υβριδικό πόλεμο.
Πρέπει επίσης να αξιολογήσουμε και την ικανότητα της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας να πετάει και να παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα στην περιοχή.
Οι δύο πλησιέστερες αεροπορικές βάσεις (Ικόνιο και Αδάνα) απέχουν περίπου 400 χλμ. ενώ η πλησιέστερη ελληνική βάση βρίσκεται σε περίπου 700 χλμ.
Η τουρκική Πολεμική Αεροπορία διαθέτει 7 αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασμού KC-135R, τα οποία μπορούν να διπλασιάσουν το χρόνο πτήσης των αεροσκαφών της, μια ικανότητα που δεν διαθέτει η ελληνική Πολεμική Αεροπορία.
Αυτό όμως που είναι καταλυτικό είναι και εδώ η ικανότητα των Τούρκων πιλότων η οποία είναι κατά πολύ κατώτερη των Ελλήνων που θεωρούνται από τους καλύτερους στο ΝΑΤΟ, σύμφωνα με δεδομένα της ίδιας της συμμαχίας.
Η Ελλάδα μπορεί να στείλει 84 μαχητικά (F-16C / Dblock52 / M) στην Α.Μεσόγειο, (λόγω των συμμορφούμενων δεξαμενών καυσίμου) και 24 Mirage2000-5 με εξωτερικές δεξαμενές (διαμόρφωση «DELTA”).
Τα εναπομείναντα αεροσκάφη αντιμετωπίζουν πρόβλημα καυσίμου λόγω απόστασης, το οποίο, για να ξεπεραστεί, θα πρέπει να εξοπλιστούν με εξωτερικές δεξαμενές μεγάλης χωρητικότητας (600 γαλόνια), η τοποθέτηση των οποίων κατά κύριο λόγο συνεπάγεται μείωση της φέρουσας ικανότητας των όπλων και δεύτερον, λιγότερους ελιγμούς (ζωτικής σημασίας σε περίπτωση αερομαχίας).
Η τουρκική Πολεμική Αεροπορία μπορεί θεωρητικά να αποστείλει όλα τα μαχητικά της (235 F-16C / D CCIP / Block50plus και 32-35 F-4E Terminator) χωρίς περιορισμούς, αλλά εδώ και πάλι η ικανότητα των Ελλήνων πιλότων θα είναι καταλυτική για το ποιος θα επιβιώσει.
Τελικά, η μεγαλύτερη απειλή κατά των ελληνικών πολεμικών πλοίων προέρχεται από αερομεταφερόμενους πυραύλους SOM (χαμηλή ηλεκτρομαγνητική τροχιά), οι οποίοι μπορούν να χτυπήσουν εχθρικούς στόχους από μια ασφαλή απόσταση (120 χλμ.).
Η Ελλάδα μπορεί να ανταποκριθεί με έναν περιορισμένο αριθμό πυραύλων (34) τύπου AM-39 Exocet από μικρότερες αποστάσεις (50 km).
Είναι ορατό ότι τυπικά η Τουρκία διαθέτει πολλά σύγχρονα συστήματα όπλων που μπορεί να στείλει στη νοτιοανατολική Μεσόγειο σε περίπτωση κλιμάκωσης.
Αλλά σε ένα πόλεμο υπάρχει πάντα ο ανθρώπινος παράγοντας που ελέγχει όλα αυτά τα συστήματα, η τεχνική βοήθεια και φυσικά η δυνατότητα ροής ανταλλακτικών, πυρομαχικών και ανθρώπινου προσωπικού.
Αυτά όλα είναι καταλυτικά και προσμετρούνται σε κάθε πολεμική αναμέτρηση.
Η τουρκική κοινωνία έχει γαλουχηθεί ναι μεν από μια κουλτούρα πολέμου που υποτίθεται ότι προτιμά την «θυσία για την πατρίδα” κατά της ανθρώπινης ζωής.
Αλλά οι εκατοντάδες πλέον εικόνες με τα φέρετρα Τούρκων στρατιωτών που σκοτώθηκαν στην Συρία και στις μάχες με τον ΡΚΚ, καθώς και ο ιδεολογικός διαμελισμός της τουρκικής κοινωνίας σε Γκιουλενιστές και ισλαμιστές, αποτελεί εχέγγυο μιας καταστροφής, στην πρώτη πολεμική ήττα στα πεδία των μαχών.
Η τουρκική κοινωνία οδηγείται εδώ και καιρό από το ΑΚΡ σε διάλυση λόγω της ιδεοληψίας του Ερντογάν περί αναβίωσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Αυτό είναι ήδη ορατό στους Τούρκους πολίτες που βιώνουν πλέον και μια οικονομική κρίση, την οποία οι Έλληνες καλώς ή κακώς, έμαθαν πλέον να την διαχειρίζονται πολύ καλύτερα.
Φυσικά, η πιθανότητα μιας σύγκρουσης θα πρέπει να θεωρηθεί απομακρυσμένη (αλλά όχι αποκλεισμένη), αλλά η Τουρκία, ξέροντας από την αρχή τις εσωτερικές αδυναμίες, μπορεί να εξισορροπήσει την ένταση στο επιθυμητό σημείο (π.χ. δημιουργία μιας άρνησης πολεμικής ζώνης / Α2 / ΑΔ) για να αναγκάσει την Ελλάδα να αποσυρθεί και να αναστείλει τις αποφάσεις που ελήφθησαν στο πλαίσιο των τριμερών επαφών. προβληματική.
4). Οριοθετήσεις και Συμμαχίες.
Η Τουρκία αντιτάχθηκε στη δυνατότητα επέκτασης των χωρικών υδάτων από τα 6 στα 12 ν.μ. υπενθυμίζοντας το παλαιό «Casus Belli”.
Αναγνωρίζοντας στενά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις τα τελευταία 40 χρόνια, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία προσπαθεί να εξαναγκάσει την Ελλάδα να μην ασκήσει όλα τα κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο. Αυτό κάποτε πέτυχε τώρα όμως δεν πρόκειται να πετύχει.
Το «εγκάρδιο κλίμα» που επικρατεί στις τριμερείς συναντήσεις μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου-Ισραήλ, μπορεί ακόμα να μην έχει δημιουργήσει τις τελικές προϋποθέσεις αμοιβαίας στρατιωτικής βοήθειας, αλλά το γεγονός ότι ο ισραηλινός Πρωθυπουργός Νετανιάχου εξέφρασε πρόσφατα τους φόβους του για πιθανή τουρκική επίθεση εναντίον του Ισραήλ, θα μεταβάλει την όλη κατάσταση. Οι Τούρκοι δεν διαθέτουν ήδη διπλωματικές σχέσεις με το Τελ Αβιβ και αυτό λέει πολλά.
Ελλάδα και Ισραήλ προσπαθούν να εξισορροπήσουν την τουρκική επιθετικότητα μέσω της «λεγόμενης” Εξωτερικής Εξισορρόπησης, αλλά είναι απαραίτητο να ξεπεραστούν προς το παρόν, προβλήματα συνεννόησης σε πολλά ζητήματα.
Επίσης, το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών πράγματι εξέδωσε μια διφορούμενη ανακοίνωση προς Ελλάδα και Τουρκία, καλώντας τις δύο χώρες να επιλύσουν διμερείς διαφορές με συναινετικό τρόπο.
Θα πρέπει να υποθέσουμε ότι οι ΗΠΑ μπορεί να μην βοηθήσουν την Ελλάδα – παρά τις ελπιδοφόρες επιθυμίες κάποιων πολιτικών ηγετών, καθηγητών διεθνών σχέσεων και Ελλήνων πολιτών – επειδή βρίσκονται σε συνεχή επαφή με την Άγκυρα, προκειμένου να εξομαλύνουν τις διεθνικές σχέσεις, διότι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η Τουρκία κατέχει μια σημαντική γεωστρατηγική θέση θεμελιώδους σημασίας.
Τα πράγματα όμως άλλαξαν μετά την έκθεση του Πενταγώνου για την Τουρκία και την αγορά των F-35, λόγω του άξονα Μόσχας-Άγκυρας-Τεχεράνης-Πεκίνου.
Υπάρχει πάντα όμως η περίπτωση η Τουρκία του Ερντογάν να κριθεί και να καταδικαστεί από την Ουάσιγκτον εφόσον συνεχιστεί η σχέση ειδικά με Μόσχα και Τεχεράνη, και τότε σε αυτήν την περίπτωση η Ελλάδα θα βρεθεί ανέλπιστα από την πλευρά των νικητών «συμμάχων» και όλα είναι πιθανά και στην Α.Μεσόγειο.
Άλλωστε ο Ερντογάν με την άφρονα νέο-οθωμανική πολιτική του θα δει αυτό που φοβάται δηλαδή την δημιουργία ενός κλίματος που ανάγεται στην περίοδο των Βαλκανικών πολέμων στην διεθνή σκηνή, λόγω του σχεδίου της δημιουργίας του κράτους του Κουρδιστάν.
Αυτό το κλίμα έχει ήδη δημιουργηθεί ανάγοντας την Τουρκία ως μη χρήσιμη πλέον στην δυτική συμμαχία που έχει άλλα σχέδια για μεγαλύτερους αντιπάλους όπως την Ρωσία και την Κίνα.
Η μόνη ενδεδειγμένη λύση για όλα αυτά όμως είναι, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις με κάθε κόστος, θυσία, φορολογική πολιτική, για να γνωρίζουν οι Τούρκοι ότι για κάθε σπιθαμή ελληνικού εδάφους θα δεχθούν να χάσουν «πολύ αίμα», το οποίο τελικά δεν θα αντέξουν να δικαιολογήσουν στον λαό τους.
πηγη pentapostagma.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου