Η Ζαν Μορό υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες Γαλλίδες ηθοποιούς με
σημαντική παρουσία στην μεγάλη οθόνη, μέσα από τις πολύπλευρες ερμηνείες
της σε ταινίες της «Νουβέλ Βαγκ» (του γαλλικού Νέου Κύματος), τις
δεκαετίες του 1950 και 1960.
Γεννήθηκε στο Παρίσι, στις 23 Ιανουαρίου
1928 από πατέρα εστιάτορα και αγγλίδα μητέρα, χορεύτρια στο επάγγελμα.
Σπούδασε στην Εθνική Σχολή Δραματικής Τέχνης τού Παρισιού και σε ηλικία
20 χρόνων έγινε το πιο νεαρό μέλος της Κομεντί - Φρανσέζ, παίζοντας τον
ρόλο της Βέρα στο έργο του Ιβάν Τουργκένιεφ «Ένας μήνας στην εξοχή».
«Ο τελευταίος έρωτας» («Dernier Amour», 1949) του σκηνοθέτη Ζαν Στελί ήταν η ταινία με την οποία η Ζαν Μορό έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο, αλλά οι ταινίες του Λουί Μαλ «Ασανσέρ για δολοφόνους» («Ascenseur pour l' échafaud», 1957) και «Οι εραστές» («Les Amants»,1958), ήταν εκείνες που τής χάρισαν διεθνή φήμη ως προσωποποίηση του γυναικείου μυστηρίου.
Οι ερμηνείες της ως ανεξάρτητης σύγχρονης γυναίκας στις ταινίες «Μοντεράτο Καντάμπιλε» («Moderato Cantabile», 1960) του Πίτερ Μπρουκ και «Η νύχτα («La Notte», 1961) του Μικελάντζελο Αντονιόνι, και ως η ασταθής αινιγματική Κάθριν στο «Απολαύστε το κορμί μου» («Jules et Jim», 1962) του Φρανσουά Τριφό, με την αξέχαστη ερμηνεία του τραγουδιού «Tourbillon», τήν ανέδειξαν σε εκπληκτική ηθοποιό με επιβλητική κινηματογραφική παρουσία.
Η Ζαν Μορό με την αισθησιακή ομορφιά και την απαράμιλλη επιβλητική φωνή, γοήτευσε τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες στα 65 χρόνια της καριέρας της, ανάμεσά τους τον 'Ορσον Γουέλς [«Η Δίκη» (1962 ), «Αθάνατη ιστορία»/«Une histoire immortelle» (1968)], τον Λουίς Μπουνιουέλ («Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας»/«Le Journal d' une femme de chambre», 1964), τον Τζόζεφ Λόουζι («Εύα»/«Eva», 1962), τον Ηλία Καζάν («Ο τελευταίος των μεγιστάνων»/«The Last Tycoon», 1976), τον Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ («Ο Καυγατζής»/« Querelle», 1982) και τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο («Το μετέωρο βήμα του πελαργού» (1991).
Την δεκαετία του 1970 στράφηκε στην σκηνοθεσία, γυρίζοντας τις ταινίες «Το φως» («Lumière», 1976) και «Η έφηβος» (« L'Adolescente», 1979).
Η Ζαν Μορό τιμήθηκε το 1958 με το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας για την ταινία «Οι Εραστές» και το 1960 στις Κάννες για την ερμηνεία της στην ταινία «Μοντεράτο Καντάμπιλε» του Πίτερ Μπρουκ. Υπήρξε η μόνη ηθοποιός που προήδρευσε δύο φορές στο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Καννών (το 1975 και το 1995), ενώ ήταν επανειλημμένα η οικοδέσποινα στην τελετή απονομής των βραβείων του φεστιβάλ στη Γαλλική Ριβιέρα. Το 1992, απέσπασε το γαλλικό κινηματογραφικό βραβείο «Σεζάρ» για την ερμηνεία της στην ταινία «La vieille qui marchait dans la mer» («Η γηραιά κυρία που περπατούσε στην θάλασσα») του Λοράν Εϊνεμάν.
Στις μεγάλες θεατρικές επιτυχίες της συγκαταλέγονται ο ρόλος της Ελίζας Ντούλιτλ στο έργο του Τζορτζ Μπέρναρ Σο «Πυγμαλίων» (1954), ο ρόλος της Μάγκι στο έργο του Τένεσι Γουίλιαμς «Η λυσσασμένη γάτα» (1957), ο ρόλος της Λούλου στο ομώνυμο έργο του Φρανκ Βέντεκιντ (1976), ο ρόλος της Τσερλίν στο έργο του Χέρμαν Μπροχ «Η διήγηση της υπηρέτριας Τσερλίν» (1986-1988), για το οποίο τιμήθηκε με το Μολιέρ α’ γυναικείου ρόλου (1988) και ο ρόλος της Σελεστίνας στο έργο του Φερνάρντο Ντε Ρόχας «Η Σελεστίνα» (1989).
Στην προσωπική της ζωή, η Ζαν Μορό παντρεύτηκε δύο φορές, την πρώτη με τον Γάλλο σκηνοθέτη και ηθοποιό Ζαν - Λουί Ρισάρ (1949-1956), με τον οποίο απέκτησαν έναν γιο, τον Ζερόμ, και την δεύτερη με τον Αμερικανό σκηνοθέτη Γουίλιαμ Φρίντκιν (1977-1979). Αμέτρητοι ήταν οι έρωτές της με γνωστούς καλλιτέχνες της εποχής της, όπως οι σκηνοθέτες Τόνι Ρίτσαρντσον, Λουί Μαλ και Φρανσουά Τριφό, ο σχεδιαστής μόδας Πιέρ Καρντέν, ο τζαζίστας Μάιλς Ντέιβις, οι ηθοποιοί Μαρτσέλο Μαστροϊάνι, Ζαν Λουί Τρεντινιάν και Θεόδωρος Ρουμπάνης και ο τραγουδοποιός Ζορζ Μουστακί.
Η Ζαν Μορό πέθανε στο Παρίσι, στις 31 Ιουλίου 2017, σε ηλικία 89 ετών.
πηγη sansimera.gr
«Ο τελευταίος έρωτας» («Dernier Amour», 1949) του σκηνοθέτη Ζαν Στελί ήταν η ταινία με την οποία η Ζαν Μορό έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο, αλλά οι ταινίες του Λουί Μαλ «Ασανσέρ για δολοφόνους» («Ascenseur pour l' échafaud», 1957) και «Οι εραστές» («Les Amants»,1958), ήταν εκείνες που τής χάρισαν διεθνή φήμη ως προσωποποίηση του γυναικείου μυστηρίου.
Οι ερμηνείες της ως ανεξάρτητης σύγχρονης γυναίκας στις ταινίες «Μοντεράτο Καντάμπιλε» («Moderato Cantabile», 1960) του Πίτερ Μπρουκ και «Η νύχτα («La Notte», 1961) του Μικελάντζελο Αντονιόνι, και ως η ασταθής αινιγματική Κάθριν στο «Απολαύστε το κορμί μου» («Jules et Jim», 1962) του Φρανσουά Τριφό, με την αξέχαστη ερμηνεία του τραγουδιού «Tourbillon», τήν ανέδειξαν σε εκπληκτική ηθοποιό με επιβλητική κινηματογραφική παρουσία.
Η Ζαν Μορό με την αισθησιακή ομορφιά και την απαράμιλλη επιβλητική φωνή, γοήτευσε τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες στα 65 χρόνια της καριέρας της, ανάμεσά τους τον 'Ορσον Γουέλς [«Η Δίκη» (1962 ), «Αθάνατη ιστορία»/«Une histoire immortelle» (1968)], τον Λουίς Μπουνιουέλ («Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας»/«Le Journal d' une femme de chambre», 1964), τον Τζόζεφ Λόουζι («Εύα»/«Eva», 1962), τον Ηλία Καζάν («Ο τελευταίος των μεγιστάνων»/«The Last Tycoon», 1976), τον Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ («Ο Καυγατζής»/« Querelle», 1982) και τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο («Το μετέωρο βήμα του πελαργού» (1991).
Την δεκαετία του 1970 στράφηκε στην σκηνοθεσία, γυρίζοντας τις ταινίες «Το φως» («Lumière», 1976) και «Η έφηβος» (« L'Adolescente», 1979).
Η Ζαν Μορό τιμήθηκε το 1958 με το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας για την ταινία «Οι Εραστές» και το 1960 στις Κάννες για την ερμηνεία της στην ταινία «Μοντεράτο Καντάμπιλε» του Πίτερ Μπρουκ. Υπήρξε η μόνη ηθοποιός που προήδρευσε δύο φορές στο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Καννών (το 1975 και το 1995), ενώ ήταν επανειλημμένα η οικοδέσποινα στην τελετή απονομής των βραβείων του φεστιβάλ στη Γαλλική Ριβιέρα. Το 1992, απέσπασε το γαλλικό κινηματογραφικό βραβείο «Σεζάρ» για την ερμηνεία της στην ταινία «La vieille qui marchait dans la mer» («Η γηραιά κυρία που περπατούσε στην θάλασσα») του Λοράν Εϊνεμάν.
Στις μεγάλες θεατρικές επιτυχίες της συγκαταλέγονται ο ρόλος της Ελίζας Ντούλιτλ στο έργο του Τζορτζ Μπέρναρ Σο «Πυγμαλίων» (1954), ο ρόλος της Μάγκι στο έργο του Τένεσι Γουίλιαμς «Η λυσσασμένη γάτα» (1957), ο ρόλος της Λούλου στο ομώνυμο έργο του Φρανκ Βέντεκιντ (1976), ο ρόλος της Τσερλίν στο έργο του Χέρμαν Μπροχ «Η διήγηση της υπηρέτριας Τσερλίν» (1986-1988), για το οποίο τιμήθηκε με το Μολιέρ α’ γυναικείου ρόλου (1988) και ο ρόλος της Σελεστίνας στο έργο του Φερνάρντο Ντε Ρόχας «Η Σελεστίνα» (1989).
Στην προσωπική της ζωή, η Ζαν Μορό παντρεύτηκε δύο φορές, την πρώτη με τον Γάλλο σκηνοθέτη και ηθοποιό Ζαν - Λουί Ρισάρ (1949-1956), με τον οποίο απέκτησαν έναν γιο, τον Ζερόμ, και την δεύτερη με τον Αμερικανό σκηνοθέτη Γουίλιαμ Φρίντκιν (1977-1979). Αμέτρητοι ήταν οι έρωτές της με γνωστούς καλλιτέχνες της εποχής της, όπως οι σκηνοθέτες Τόνι Ρίτσαρντσον, Λουί Μαλ και Φρανσουά Τριφό, ο σχεδιαστής μόδας Πιέρ Καρντέν, ο τζαζίστας Μάιλς Ντέιβις, οι ηθοποιοί Μαρτσέλο Μαστροϊάνι, Ζαν Λουί Τρεντινιάν και Θεόδωρος Ρουμπάνης και ο τραγουδοποιός Ζορζ Μουστακί.
Η Ζαν Μορό πέθανε στο Παρίσι, στις 31 Ιουλίου 2017, σε ηλικία 89 ετών.
πηγη sansimera.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου