Ο επιλοχίας Φριτς Σούμπερτ ήtαν διαβόητος εγκληματίας της Κατοχής. Διέπραξε εγκλήματα στην Κρήτη και στη Μακεδονία. Μεταξύ άλλων, ήταν υπεύθυνος για το Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη,στις 2 Σεπτεμβρίου του 1944.
Ο Φριτς Σούμπερτ είχε γεννηθεί στην πολυεθνή Σμύρνη. Τότε δεν λεγόταν ούτε Φριτς ούτε Σούμπερτ. Επειδή η φυσιογνωμία του θύμιζε ανατολίτη, στην Κρήτη του έδωσαν το παρατσούκλι ο «Τούρκος». Ο Σούμπερτ μιλούσε τουρκικά, ελληνικά, ιταλικά και αραβικά.
Ποια άλλη «μεσογειακή» γλώσσα μιλούσε δεν ξέρουμε γιατί στο δικαστήριο που τον δίκασε κανείς δεν τον ρώτησε.
Το ενδιαφέρον είναι ότι ο «Γιαχβέ» έκανε το θαύμα του και «βρέθηκε» πιστοποιητικό γέννησης του με ημερομηνία 21 Φεβρουαρίου του 1897 στο Ντόρτμουντ. Οι «έγκυροι» από την Βικιπαιδεία μας βεβαιώνουν ότι οι «σήμερα είναι (τους πάσι) πλέον γνωστό ότι ο Φριτς Σούμπερτ ήταν Γερμανός».
Στην Κρήτη, το 1941, ο ίδιος έλεγε ότι το πραγματικό του όνομα ήταν Πέτρος Κωνσταντινίδης, ότι , ο πατέρας του ήταν «Έλληνας πλούσιος έμπορος καπνού στη Σμύρνη», και η μητέρα του «Τουρκάλα» τροτέζα. Το τουρκάλα, Σμυρνιά, σημαίνει Ιουδαία.
Σε νεαρή ηλικία, ο Πέτρος, βρέθηκε υπό την προστασία του Γερμανού προξένου στη Σμύρνη, ο οποίος τον έστειλε στη Γερμανία, για να σπουδάσει. Στον Πόλεμο πολέμησε με τον Γερμανικό στρατό. Μετά τον πόλεμο, ως Φριτς Σούμπερτ, εγκαταστάθηκε στον Ντόρτμουντ και έπιασε δουλειά στο εργοστάσιο της Κρουπ. Επέστρεψε στην Τουρκία το 1920, και εργάστηκε για τις τουρκικές αρχές. Το 1925 παντρεύτηκε μια Ιταλίδα στη Σμύρνη και μετανάστευσε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όπου έμεινε για περίπου δεκαπέντε χρόνια. Μετά το ξέσπασμα του Β ' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σούμπερτ επέστρεψε στο Ντόρτμουντ της Γερμανίας. Τον Απρίλιο του 1941, όταν η Γερμανία εισέβαλε στην Ελλάδα, κατατάχτηκε στο «Σώμα Αντικαταστατών», (Ersatzheer), και εκπαιδεύτηκε ως στρατιωτικός διερμηνέας, αφού μιλούσε ελληνικά, τουρκικά, ιταλικά και αραβικά
Ο Σούμπερτ, εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 1941, στην Κρήτη, ως μεταφραστής. Είχε το βαθμό του δεκανέα, και έκανε το διερμηνέα του Γερμανού φρούραρχου στο Ρέθυμνο. Στα μέσα του 1942 τοποθετήθηκε επικεφαλής μια ομάδας Ελλήνων εγκληματιών που τους έβγαλαν από την φυλακή και της οποίας η βάση ήταν στο χωριό Αυγενική. Τα εγκλήματα του Σούμπερτ και της ομάδας του προκάλεσαν τις διαμαρτυρίες των κατοίκων προς τις γερμανικές αρχές του Ηρακλείου με αποτέλεσμα ο φρούραρχος, στρατηγός Φρίντριχ-Βίλχελμ Μύλλερ να διατάξει το φθινόπωρο του 1943 τη σύλληψη του. Έμεινε στη φυλακή έναν μήνα και αποφυλακίστηκε, με παρέμβαση του στρατιωτικού διοικητή Κρήτης, στρατηγού Μπρούνο Μπρόιερ, που τον προήγαγε σε επιλοχία και του ανατέθηκε η καταδίωξη ανταρτών.
Στην Καταδιωκτική Ομάδα Σούμπερτ (Jagdkommando Schubert), συμμετείχαν γύρω στους 100 Έλληνες κατάδικοι για βαριά εγκλήματα όπως ανθρωποκτονίες , που αποφυλακίστηκαν με αντάλλαγμα τη συμμετοχή τους στην ομάδα του Σούμπερτ.
Τον Ιανουάριο του 1944 η γερμανική διοίκηση αποφάσισε τη διάλυση της «Jagdkommando Schubert «και ο Σούμπερτ με διαταγή του Μπρόιερ συνελήφθη, κρατήθηκε και χαρακτηρίστηκε ψυχοπαθής .Στις 11 Ιανουαρίου του 1944 μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Σύμφωνα με τον ίδιο, όταν έφτασε στον Πειραιά κλείστηκε αρχικά στο ψυχιατρείο. Μαζί με το Σούμπερτ μεταφέρθηκαν στην Αθήνα από την Κρήτη και 35-40 από τους Κρητικούς του. Με την ίδια μέθοδο, στρατολόγησαν ποινικούς από τις φυλακές στην πρωτεύουσα, και το νέο Σώμα με 60 «Σουμπερίτες», στάλθηκε με επικεφαλής τον Σούμπερτ στα τέλη Φεβρουαρίου στη Μακεδονία και εγκαταστάθηκαν στα Γιαννιτσά.
Προς
τα τέλη του Οκτωβρίου του 1944, και αφού είχε απελευθερωθεί η Αθήνα, ο
Σούμπερτ με μερικούς από τους άνδρες του ακολούθησε τα γερμανικά
στρατεύματα που αποχωρούσαν από την Ελλάδα και έφτασε στη Βιέννη το
Φεβρουάριο του 1945. Τρεις μήνες αργότερα κατέφυγε στο Σβατς που
παραδόθηκε στους Αμερικανούς στις 4 Μαΐου. Εκεί ο Σούμπερτ δήλωσε ότι το
όνομά του ήταν Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης και εμεινε σε στρατόπεδο με
άλλους Έλληνες. «Επαναπατρίστηκε» στην Ελλάδα. στις 5 Σεπτεμβρίου του
1945 .Στους αστυνομικούς του αεροδρομίου της Ελευσίνας, δήλωσε το
όνομα, Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης. Τον κράτησαν για έλεγχο και τελικά
βρήκαν την πραγματική του ταυτότητα. Συνελήφθη και μεταφέρθηκε στις
φυλακές Αβέρωφ όπου παρέμεινε μέχρι τη δίκη στο Ειδικό Στρατοδικείο
Εγκληματιών Πολέμου στην Αθήνα. Η δίκη ξεκίνησε στις 28 Ιουλίου του 1947
.Ο Σουμπερτ δήλωσε αθώος, αρνήθηκε να απολογηθεί και ζήτησε να καλέσει
από τη Γερμανία δικηγόρους και μάρτυρες υποστηρίζοντας ότι δεν του
παρέχονταν εγγυήσεις για την απονομή δικαιοσύνης σε αυτόν. Ισχυρίστηκε
επίσης ότι του ήταν δύσκολο να συνεννοηθεί με τους Έλληνες συνηγόρους
του λόγω της γλώσσας. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα και τον κάλεσε
ξανά να απολογηθεί όμως εκείνος αρνήθηκε και πάλι και δήλωσε ότι θα
έκανε αίτηση χάριτος προς το βασιλιά. Τελικά στις 5 Αυγούστου το
δικαστήριο τον κήρυξε ένοχο και τον καταδίκασε 27 φορέςσε θάνατο,
δεκαέξι φορές για τα εγκλήματα στην Κρήτη και εννιά για τα εγκλήματα
στην Μακεδονία.
Η απόφαση αυτή δεν αφορούσε στο σύνολο των εγκλημάτων . Την 1η Οκτωβρίου 1947 ο Σούμπερτ μεταφέρθηκε στις φυλακές Επταπυργίου στη Θεσσαλονίκη για να δικαστεί για αλλά εγκλήματα που είχε τελέσει στην Μακεδονία. Οκτώ ημέρες αργότερα εμφανίστηκε ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου Δωσιλόγων στη Θεσσαλονίκη, μαζί με 9 μέλη της ομάδας του ενώ άλλα 49 επρόκειτο να δικαστούν ερήμην. Το δικαστήριο δέχτηκε την ένσταση αναρμοδιότητας που κατέθεσαν οι συνήγοροί του επειδή ο Σούμπερτ ήταν Γερμανός πολίτης. Στη συνέχεια ,μεταφέρθηκε στις φυλακές Επταπυργίου και εκτελέσθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1947, αφού προηγουμένως είχε απορριφθεί η αίτηση χάριτος που είχε υποβάλλει.
Οι Αρχές στην εκτέλεση προσκάλεσαν ένα καθολικό ιερέα για να τον κοινωνήσει. Το Ραβίνο δεν τον φώναξαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου