Το
νεόδμητο Ελληνικό Κράτος περιέπεσε σε κατάσταση πλήρους σχεδόν αναρχίας
το καλοκαίρι του 1831. Η απόληξη της εξέγερσης του 1831 ήταν η
πυρπόληση από τον ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη της φρεγάτας «Ελλάς», της
ακριβοπληρωμένης με δάνεια από το Λονδίνο πρώτης ναυαρχίδας στην ιστορία
του Ελληνικού πολεμικού ναυτικού. Ακολούθησε η δολοφονία του Κυβερνήτη
Ιωάννη Καποδίστρια. Ο Καποδίστριας έχασε την μάχη να σχηματίσει ένα
Κράτος ανεξάρτητο από εντόπια κέντρα παράπλευρης εξουσίας, και πλήρωσε
την προσπάθεια του με την ζωή του. Ενώ η δολοφονία του Καποδίστρια είναι
σχετικά γνωστή, δεν θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο και για την
πυρπόληση της φρεγάτας «Ελλάς» από τον Ανδρέα Μιαούλη. Αυτό το δραματικό
γεγονός, πρόδρομος της δολοφονίας του Καποδίστρια, αποτελεί το θέμα του
άρθρου.
Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας
Ο Καποδίστριας εξελέγη Κυβερνήτης της Ελλάδος στις 30 Μαρτίου 1827, από την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, και αφήχθη στο Ναύπλιο στις 7 Ιανουαρίου 1828. Στις 18 Ιανουαρίου 1828 το Κοινοβούλιο εγκρίνει την αναστολή ισχύος του Συντάγματος και ο Καποδίστριας καθίσταται Απόλυτος Ηγεμόνας, υποστηριζόμενος από το Πανελλήνιο, ένα συμβουλευτικό σώμα με 27 μέλη.
Ο νέος Κυβερνήτης είχε μπροστά του μια τεράστια πρόκληση. Το 1828 η επικράτεια της Ελλάδος περιοριζόταν στην Πελοπόννησο, μερικά νησιά και ένα μικρό κομμάτι της Στερεάς Ελλάδος. Η κατάσταση στην χώρα χαρακτηριζόταν από:
Ανύπαρκτο Κράτος
Κατεστραμμένη Οικονομία
Λαθρεμπόριο
Απείθαρχες Στρατιωτικές Μονάδες
Ανύπαρκτοι μηχανισμοί επιβολής και είσπραξης φόρων
Πολλά ορφανά και άστεγοι
Ληστές
Πειρατεία στο Αιγαίο
Πανίσχυρες ομάδες συμφερόντων πολεμούσαν η μια την άλλη για την κυριαρχία της πολιτικής και οικονομικής σκηνής. Σε αυτό το περιβάλλον, ο Καποδίστριας έθεσε ως κύριο στόχο του την δημιουργία Κράτους, αρχίζοντας από το μηδέν.
Η φρεγάτα «Ελλάς» ναυπηγήθηκε στις ΗΠΑ και χρηματοδοτήθηκε από το δεύτερο δάνειο προς το Ελληνικό Κράτος, που δόθηκε από την Ελληνική Επιτροπή του Λονδίνου (London Greek Committee ). Η εντολή για τη ναυπήγηση δόθηκε το 1825, όταν το Ελληνικό Ναυτικό αποτελούνταν από πλοία που ανήκαν κατά κύριο λόγο σε κατοίκους της Ύδρας, των Σπετσών και των Ψαρών. Τα πλοία αυτά ήταν μικρά και δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το ναυτικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η ναυπήγηση της φρεγάτας «Ελλάς» έγινε με χρηματοδότηση από δάνεια που έλαβε το νεοσύστατο Κράτος από το Λονδίνο.
Η Ελληνική Επιτροπή του Λονδίνου συγκροτήθηκε τον Μάρτιο του 1823. Είχε στόχο την υποστήριξη του αγώνα για την ανεξαρτησία της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Συγκέντρωνε κεφάλαια με συνδρομή προκειμένου να οργανώσει μια στρατιωτική επιχείρηση στην Ελλάδα, και να δώσει ένα σημαντικό δάνειο για την σταθεροποίηση της αδύνατης Ελληνικής Κυβέρνησης.
Το σχέδιο για το πρώτο Ελληνικό δάνειο ξεκίνησε όταν ο Ιωάννης Ορλάνδος και ο Ανδρέας Λουριώτης έφθασαν στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 1824 προκειμένου να αρχίσουν διαπραγματεύσεις. Το κλίμα στο Λονδίνο ήταν θετικό, αφού τα δάνεια προς χώρες της Νότιας Αμερικής ήταν στο απόγειο τους. Τον Φεβρουάριο 1824 επήλθε συμφωνία με τον οίκο Λόφναν: ποσό του δανείου ήταν 800,000 λίρες Αγγλίας, με τόκο 5 τοις εκατό, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και περίοδο αποπληρωμής 36 χρόνια. Κάθε ομόλογο με ονομαστική αξία 100 λίρες Αγγλίας είχε αρχική τιμή αγοράς 59 λίρες Αγγλίας, πληρωτέες σε έξι μηνιαίες δόσεις από τις αρχές Μαρτίου 1824. Επομένως το ποσό του δανείου σε μετρητά ήταν μόνον 472,000 λίρες Αγγλίας, ενώ το επιτόκιο υπολογιζόταν πάνω στην ονομαστική αξία, κάνοντας το δάνειο συμφέρον για τους δανειστές. Επιφανή μέλη της Επιτροπής πίστευαν ότι θα εισέπρατταν σημαντικά κέρδη από το δάνειο αυτό. Το ποσό που έφθασε στην επαναστατική διοίκηση της Ελλάδας ήταν μόλις 298.000 λίρες, αφού από τις 472,000 λίρες παρακρατήθηκαν 80.000 ως προκαταβολή τόκων δύο ετών, 16.000 για χρεολύσια, 2.000 ως προμήθεια και άλλες δαπάνες.
Το δεύτερο δάνειο ανέλαβε ο τραπεζιτικός οίκος των αδελφών Ρικάρδο με ονομαστικό κεφάλαιο 2.000.000 λιρών (26 Ιανουαρίου 1825). Τη διαπραγματευτική ομάδα αποτελούσαν και πάλι οι Λουριώτης και Ορλάνδος. Όπως και στο πρώτο δάνειο, το καθαρό ποσό περιορίστηκε στις 816.000 λίρες, αφού το παραχωρούμενο δάνειο είχε οριστεί στο 55% του ονομαστικού (1.100.000) και από αυτό παρακρατήθηκαν 284.000 λίρες για προκαταβολή τόκων δύο ετών, χρεολύσια, προμήθεια και άλλες δαπάνες. Τη διαχείριση του δεύτερου δανείου ανέλαβαν οι Άγγλοι τραπεζίτες και τα μέλη του Φιλελληνικού Κομιτάτου, παραγκωνίζοντας τους Έλληνες εκπροσώπους. Από το δάνειο διατέθηκαν: 212.000 λίρες για την αναχρηματοδότηση του πρώτου δανείου, 77.000 για την αγορά όπλων και πυροβόλων, από τα οποία λίγα έφθασαν στην Ελλάδα, 160.000 για την παραγγελία 6 ατμοκίνητων πλοίων, από τα οποία μόνο τρία έφθασαν στην Ελλάδα («Καρτερία», «Επιχείρηση», «Ερμής») και 155.000 για τη ναυπήγηση δύο φρεγατών σε ναυπηγεία της Νέας Υόρκης, από τις οποίες μόνο η μία («Ελλάς») ήλθε στην Ελλάδα, ενώ η δεύτερη πουλήθηκε για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη. (4)
Η απόφαση για την ναυπήγηση δύο φρεγατών στην Αμερική προκαλεί πολλά ερωτηματικά, αφού την ίδια εποχή υπήρχαν πολλές και σημαντικά φθηνότερες εναλλακτικές λύσεις στην Μεγάλη Βρετανία και την Ευρώπη (1). Η ναυπήγηση των δύο φρεγατών στην Αμερική ήταν και αυτή γεμάτη δυσκολίες και δυσάρεστες εξελίξεις για την Ελλάδα.
Στη διάρκεια της ναυπήγησης, το ναυπηγείο στη Νέα Υόρκη ανέβασε την τιμή, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποπληρώσει το Ελληνικό Κράτος. Μετά από διαμεσολάβηση, μόνο μία από τις δύο φρεγάτες έφτασε στην Ελλάδα. Η δεύτερη φρεγάτα, με το όνομα Liberator πουλήθηκε στο Αμερικανικό ναυτικό, και μετονομάστηκε σε Hudson. Η πρώτη, με το όνομα Hope, Έλαβε το όνομα «Ελλάς» και απέπλευσε από τη Νέα Υόρκη τον Οκτώβριο 1826 με προορισμό το Ναύπλιο, όπου και αφήχθη το Νοέμβριο 1826 και έγινε η πρώτη ναυαρχίδα του Ελληνικού πολεμικού ναυτικού (2).
Ανδρέας Μιαούλης
Ο Ανδρέας Μιαούλης ήταν ένας πλούσιος πλοιοκτήτης, πλοίαρχος και έμπορος από το νησί της Ύδρας. Η παράδοση το έχει να συναντήθηκε με το ναύαρχο Νέλσον όταν το 1802 το πλοίο του Μιαούλη πιάστηκε από τον Αγγλικό στόλο κοντά στο λιμάνι του Καντίθ, δίπλα στο Γιβραλτάρ. Ο Μιαούλης παρουσιάστηκε στο ναύαρχο Νέλσον που τον ρώτησε γιατί έσπασε το μπλόκο που είχαν επιβάλει οι Άγγλοι στους Γάλλους. Ο Μιαούλης απάντησε ότι είχε συμφέρον να το κάνει. «Τι θα έκανες αν ήσουνα στη θέση μου;» τον ρώτησε τότε ο Νέλσον, και ο Μιαούλης απάντησε: «Θα σε κρέμαγα!». Μετά από αυτήν την στιχομυθία ο Νέλσον ελευθέρωσε τον Μιαούλη (3).
Ο Μιαούλης αναμίχθηκε στον Ελληνικό Απελευθερωτικό Αγώνα το καλοκαίρι του 1821 και η συνεισφορά του ήταν τεράστια. Το 1822 ο Μιαούλης εκλέχθηκε Ναύαρχος του στόλου της Ύδρας, και το 1825 έγινε ο Ναύαρχος του Ελληνικού Στόλου. Ο Μιαούλης ανήκε στην «Αγγλική» ομάδα, ενώ ο Καποδίστριας ανήκε στην «Ρωσική». Το 1827 η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας αντικατέστησε τον Μιαούλη με τον Ναύαρχο Cochrane, κάτι που δυσαρέστησε τον Μιαούλη, ο οποίος αποχώρησε από την θέση του επικεφαλής του στόλου, διατηρώντας την θέση του πλοιάρχου της φρεγάτας «Ελλάς». Ο Ναύαρχος Cochrane έμεινε στην Ελλάδα μέχρι τις αρχές του 1828. Μετά την άφιξη του Καποδίστρια στο Ναύπλιο, ο Μιαούλης τοποθετήθηκε και πάλι επικεφαλής του ελληνικού στόλου.
Η σχέση των δύο ανδρών κατέστη προβληματική στο τέλος του 1830, όταν ο Μιαούλης άρχισε να αντιμάχεται τις επιλογές του Καποδίστρια σχετικά με την αποζημίωση των πλοιοκτητών της Ύδρας.
Η εξέγερση του 1831
Το 1831 η Ελλάδα περιέπεσε σε κατάσταση αναρχίας, με πολλές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων της Ύδρας και της Μάνης, να έχουν επαναστατήσει. Οι Υδραίοι και άλλοι δυσαρεστημένοι νησιώτες από τα νησιά του Αιγαίου, όπως ο Πόρος, η Μύκονος, η Σύρος, η Νάξος, η Άνδρος και η Πάρος, πολέμησαν σκληρά τον Καποδίστρια και επαναστάτησαν εναντίον του. Το μεγάλο πρόβλημα για τους ηγέτες της Ύδρας ήταν ότι ο Καποδίστριας δεν δεχότανε τα αιτήματα τους για αποζημιώσεις και πρόσθετες παροχές σε αναγνώριση της συνεισφοράς τους στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Εξίσου σημαντικό θέμα όμως για όλους όσους αντιμάχονταν τον Καποδίστρια, και ιδιαίτερα τους Μανιάτες και τους Υδραίους, ήταν η πεισματική εμμονή του Κυβερνήτη να μην τους παραχωρήσει ούτε ένα εκατοστό κεντρικής εξουσίας. Ήταν μια σύγκρουση που θα κόστιζε στον Καποδίστρια την ζωή του και θα εκμηδένιζε οιαδήποτε πιθανότητα να δημιουργηθεί σωστό Κράτος στην Ελλάδα.
Ο Καποδίστριας δεν ήταν διατεθειμένος να αποδεχθεί τα αιτήματα των στασιαστών. Ζήτησε από τον Κωνσταντίνο Κανάρη, Διοικητή της Βάσης του Ελληνικού Στόλου στον Πόρο να είναι έτοιμος για επιχειρήσεις εναντίον των στασιαστών. Το επιχειρησιακό σχέδιο πρόβλεπε το ναυτικό αποκλεισμό της Ύδρας, την καθολική εφαρμογή του νόμου, και την εμπόδιση των στασιαστών να δραστηριοποιηθούν εναντίον του Κράτους. Όμως το σχέδιο διέρρευσε και ο αρχηγός των στασιαστών Μαυροκορδάτος ζήτησε από τον Ανδρέα Μιαούλη να καταλάβει τη ναυτική βάση στον Πόρο.
Ο Ανδρέας Μιαούλης ενήργησε πάραυτα και στις 14 Ιουλίου 1831 κατέλαβε την φρεγάτα «Ελλάς» και άλλα πλοία. Ο Καποδίστριας προσπάθησε να κινητοποιήσει τις τρεις δυνάμεις, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, προκειμένου να μεσολαβήσουν στην σύγκρουση. Η Αγγλία και η Γαλλία έσερναν τα πόδια τους καθώς διεκήρυσσαν την ανάγκη να βρεθεί μια λύση, ενώ οι Ρώσοι ήταν πιο διατεθειμένοι να βρεθεί λύση, κάτι που εξάντλησε τα περιθώρια ανοχής των άλλων.
Με την πρόφαση ότι οι Ρώσσοι θα κατελάμβαναν το ελληνικό ναυτικό, την 1 Αυγούστου 1831, στο λιμάνι του Πόρου, ο Ανδρέας Μιαούλης κατέστρεψε τις κορβέττες «Ύδρα» και «Σπέτσες» και την φρεγάτα «Ελλάς». Ο Μιαούλης διέφυγε από το πεδίο της μάχης επάνω σε μια από τις σωσίβιες λέμβους της «Ελλάς». Ο Κανάρης, σε επιστολή του προς τον Καποδίστρια έγραψε: «Την 1η Αυγούστου 1831.στις 1030 το πρωί, κοντά στο νησί Πόρος, ο Μιαούλης έκαωε την φρεγάτα «Ελλάς» και την κορβέττα «Ύδρα». Μακάρι ο δράστης αυτής της βαρβαρότητας να είναι αιώνια καταδικασμένος! (3)
Το Εγγλέζικο περιοδικό “Spectator” στις 10 Σεπτεμβρίου 1831 δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικά με το συμβάν. (5)
Η συνέχεια
Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας δολοφονήθηκε από τον Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 στο Ναύπλιο. Το 1832 ο Μιαούλης επελέγη από την Βαυαρική Αυλή να είναι ένας από τους Έλληνες που θα στέψουν τον πρώτο βασιλέα των Ελλήνων, Όθωνα της Βαυαρίας.
πηγη iellada.gr
Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας
Ο Καποδίστριας εξελέγη Κυβερνήτης της Ελλάδος στις 30 Μαρτίου 1827, από την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, και αφήχθη στο Ναύπλιο στις 7 Ιανουαρίου 1828. Στις 18 Ιανουαρίου 1828 το Κοινοβούλιο εγκρίνει την αναστολή ισχύος του Συντάγματος και ο Καποδίστριας καθίσταται Απόλυτος Ηγεμόνας, υποστηριζόμενος από το Πανελλήνιο, ένα συμβουλευτικό σώμα με 27 μέλη.
Ο νέος Κυβερνήτης είχε μπροστά του μια τεράστια πρόκληση. Το 1828 η επικράτεια της Ελλάδος περιοριζόταν στην Πελοπόννησο, μερικά νησιά και ένα μικρό κομμάτι της Στερεάς Ελλάδος. Η κατάσταση στην χώρα χαρακτηριζόταν από:
Ανύπαρκτο Κράτος
Κατεστραμμένη Οικονομία
Λαθρεμπόριο
Απείθαρχες Στρατιωτικές Μονάδες
Ανύπαρκτοι μηχανισμοί επιβολής και είσπραξης φόρων
Πολλά ορφανά και άστεγοι
Ληστές
Πειρατεία στο Αιγαίο
Πανίσχυρες ομάδες συμφερόντων πολεμούσαν η μια την άλλη για την κυριαρχία της πολιτικής και οικονομικής σκηνής. Σε αυτό το περιβάλλον, ο Καποδίστριας έθεσε ως κύριο στόχο του την δημιουργία Κράτους, αρχίζοντας από το μηδέν.
Η φρεγάτα «Ελλάς» ναυπηγήθηκε στις ΗΠΑ και χρηματοδοτήθηκε από το δεύτερο δάνειο προς το Ελληνικό Κράτος, που δόθηκε από την Ελληνική Επιτροπή του Λονδίνου (London Greek Committee ). Η εντολή για τη ναυπήγηση δόθηκε το 1825, όταν το Ελληνικό Ναυτικό αποτελούνταν από πλοία που ανήκαν κατά κύριο λόγο σε κατοίκους της Ύδρας, των Σπετσών και των Ψαρών. Τα πλοία αυτά ήταν μικρά και δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το ναυτικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η ναυπήγηση της φρεγάτας «Ελλάς» έγινε με χρηματοδότηση από δάνεια που έλαβε το νεοσύστατο Κράτος από το Λονδίνο.
Η Ελληνική Επιτροπή του Λονδίνου συγκροτήθηκε τον Μάρτιο του 1823. Είχε στόχο την υποστήριξη του αγώνα για την ανεξαρτησία της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Συγκέντρωνε κεφάλαια με συνδρομή προκειμένου να οργανώσει μια στρατιωτική επιχείρηση στην Ελλάδα, και να δώσει ένα σημαντικό δάνειο για την σταθεροποίηση της αδύνατης Ελληνικής Κυβέρνησης.
Το σχέδιο για το πρώτο Ελληνικό δάνειο ξεκίνησε όταν ο Ιωάννης Ορλάνδος και ο Ανδρέας Λουριώτης έφθασαν στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 1824 προκειμένου να αρχίσουν διαπραγματεύσεις. Το κλίμα στο Λονδίνο ήταν θετικό, αφού τα δάνεια προς χώρες της Νότιας Αμερικής ήταν στο απόγειο τους. Τον Φεβρουάριο 1824 επήλθε συμφωνία με τον οίκο Λόφναν: ποσό του δανείου ήταν 800,000 λίρες Αγγλίας, με τόκο 5 τοις εκατό, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και περίοδο αποπληρωμής 36 χρόνια. Κάθε ομόλογο με ονομαστική αξία 100 λίρες Αγγλίας είχε αρχική τιμή αγοράς 59 λίρες Αγγλίας, πληρωτέες σε έξι μηνιαίες δόσεις από τις αρχές Μαρτίου 1824. Επομένως το ποσό του δανείου σε μετρητά ήταν μόνον 472,000 λίρες Αγγλίας, ενώ το επιτόκιο υπολογιζόταν πάνω στην ονομαστική αξία, κάνοντας το δάνειο συμφέρον για τους δανειστές. Επιφανή μέλη της Επιτροπής πίστευαν ότι θα εισέπρατταν σημαντικά κέρδη από το δάνειο αυτό. Το ποσό που έφθασε στην επαναστατική διοίκηση της Ελλάδας ήταν μόλις 298.000 λίρες, αφού από τις 472,000 λίρες παρακρατήθηκαν 80.000 ως προκαταβολή τόκων δύο ετών, 16.000 για χρεολύσια, 2.000 ως προμήθεια και άλλες δαπάνες.
Το δεύτερο δάνειο ανέλαβε ο τραπεζιτικός οίκος των αδελφών Ρικάρδο με ονομαστικό κεφάλαιο 2.000.000 λιρών (26 Ιανουαρίου 1825). Τη διαπραγματευτική ομάδα αποτελούσαν και πάλι οι Λουριώτης και Ορλάνδος. Όπως και στο πρώτο δάνειο, το καθαρό ποσό περιορίστηκε στις 816.000 λίρες, αφού το παραχωρούμενο δάνειο είχε οριστεί στο 55% του ονομαστικού (1.100.000) και από αυτό παρακρατήθηκαν 284.000 λίρες για προκαταβολή τόκων δύο ετών, χρεολύσια, προμήθεια και άλλες δαπάνες. Τη διαχείριση του δεύτερου δανείου ανέλαβαν οι Άγγλοι τραπεζίτες και τα μέλη του Φιλελληνικού Κομιτάτου, παραγκωνίζοντας τους Έλληνες εκπροσώπους. Από το δάνειο διατέθηκαν: 212.000 λίρες για την αναχρηματοδότηση του πρώτου δανείου, 77.000 για την αγορά όπλων και πυροβόλων, από τα οποία λίγα έφθασαν στην Ελλάδα, 160.000 για την παραγγελία 6 ατμοκίνητων πλοίων, από τα οποία μόνο τρία έφθασαν στην Ελλάδα («Καρτερία», «Επιχείρηση», «Ερμής») και 155.000 για τη ναυπήγηση δύο φρεγατών σε ναυπηγεία της Νέας Υόρκης, από τις οποίες μόνο η μία («Ελλάς») ήλθε στην Ελλάδα, ενώ η δεύτερη πουλήθηκε για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη. (4)
Η απόφαση για την ναυπήγηση δύο φρεγατών στην Αμερική προκαλεί πολλά ερωτηματικά, αφού την ίδια εποχή υπήρχαν πολλές και σημαντικά φθηνότερες εναλλακτικές λύσεις στην Μεγάλη Βρετανία και την Ευρώπη (1). Η ναυπήγηση των δύο φρεγατών στην Αμερική ήταν και αυτή γεμάτη δυσκολίες και δυσάρεστες εξελίξεις για την Ελλάδα.
Στη διάρκεια της ναυπήγησης, το ναυπηγείο στη Νέα Υόρκη ανέβασε την τιμή, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποπληρώσει το Ελληνικό Κράτος. Μετά από διαμεσολάβηση, μόνο μία από τις δύο φρεγάτες έφτασε στην Ελλάδα. Η δεύτερη φρεγάτα, με το όνομα Liberator πουλήθηκε στο Αμερικανικό ναυτικό, και μετονομάστηκε σε Hudson. Η πρώτη, με το όνομα Hope, Έλαβε το όνομα «Ελλάς» και απέπλευσε από τη Νέα Υόρκη τον Οκτώβριο 1826 με προορισμό το Ναύπλιο, όπου και αφήχθη το Νοέμβριο 1826 και έγινε η πρώτη ναυαρχίδα του Ελληνικού πολεμικού ναυτικού (2).
Ανδρέας Μιαούλης
Ο Ανδρέας Μιαούλης ήταν ένας πλούσιος πλοιοκτήτης, πλοίαρχος και έμπορος από το νησί της Ύδρας. Η παράδοση το έχει να συναντήθηκε με το ναύαρχο Νέλσον όταν το 1802 το πλοίο του Μιαούλη πιάστηκε από τον Αγγλικό στόλο κοντά στο λιμάνι του Καντίθ, δίπλα στο Γιβραλτάρ. Ο Μιαούλης παρουσιάστηκε στο ναύαρχο Νέλσον που τον ρώτησε γιατί έσπασε το μπλόκο που είχαν επιβάλει οι Άγγλοι στους Γάλλους. Ο Μιαούλης απάντησε ότι είχε συμφέρον να το κάνει. «Τι θα έκανες αν ήσουνα στη θέση μου;» τον ρώτησε τότε ο Νέλσον, και ο Μιαούλης απάντησε: «Θα σε κρέμαγα!». Μετά από αυτήν την στιχομυθία ο Νέλσον ελευθέρωσε τον Μιαούλη (3).
Ο Μιαούλης αναμίχθηκε στον Ελληνικό Απελευθερωτικό Αγώνα το καλοκαίρι του 1821 και η συνεισφορά του ήταν τεράστια. Το 1822 ο Μιαούλης εκλέχθηκε Ναύαρχος του στόλου της Ύδρας, και το 1825 έγινε ο Ναύαρχος του Ελληνικού Στόλου. Ο Μιαούλης ανήκε στην «Αγγλική» ομάδα, ενώ ο Καποδίστριας ανήκε στην «Ρωσική». Το 1827 η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας αντικατέστησε τον Μιαούλη με τον Ναύαρχο Cochrane, κάτι που δυσαρέστησε τον Μιαούλη, ο οποίος αποχώρησε από την θέση του επικεφαλής του στόλου, διατηρώντας την θέση του πλοιάρχου της φρεγάτας «Ελλάς». Ο Ναύαρχος Cochrane έμεινε στην Ελλάδα μέχρι τις αρχές του 1828. Μετά την άφιξη του Καποδίστρια στο Ναύπλιο, ο Μιαούλης τοποθετήθηκε και πάλι επικεφαλής του ελληνικού στόλου.
Η σχέση των δύο ανδρών κατέστη προβληματική στο τέλος του 1830, όταν ο Μιαούλης άρχισε να αντιμάχεται τις επιλογές του Καποδίστρια σχετικά με την αποζημίωση των πλοιοκτητών της Ύδρας.
Η εξέγερση του 1831
Το 1831 η Ελλάδα περιέπεσε σε κατάσταση αναρχίας, με πολλές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων της Ύδρας και της Μάνης, να έχουν επαναστατήσει. Οι Υδραίοι και άλλοι δυσαρεστημένοι νησιώτες από τα νησιά του Αιγαίου, όπως ο Πόρος, η Μύκονος, η Σύρος, η Νάξος, η Άνδρος και η Πάρος, πολέμησαν σκληρά τον Καποδίστρια και επαναστάτησαν εναντίον του. Το μεγάλο πρόβλημα για τους ηγέτες της Ύδρας ήταν ότι ο Καποδίστριας δεν δεχότανε τα αιτήματα τους για αποζημιώσεις και πρόσθετες παροχές σε αναγνώριση της συνεισφοράς τους στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Εξίσου σημαντικό θέμα όμως για όλους όσους αντιμάχονταν τον Καποδίστρια, και ιδιαίτερα τους Μανιάτες και τους Υδραίους, ήταν η πεισματική εμμονή του Κυβερνήτη να μην τους παραχωρήσει ούτε ένα εκατοστό κεντρικής εξουσίας. Ήταν μια σύγκρουση που θα κόστιζε στον Καποδίστρια την ζωή του και θα εκμηδένιζε οιαδήποτε πιθανότητα να δημιουργηθεί σωστό Κράτος στην Ελλάδα.
Ο Καποδίστριας δεν ήταν διατεθειμένος να αποδεχθεί τα αιτήματα των στασιαστών. Ζήτησε από τον Κωνσταντίνο Κανάρη, Διοικητή της Βάσης του Ελληνικού Στόλου στον Πόρο να είναι έτοιμος για επιχειρήσεις εναντίον των στασιαστών. Το επιχειρησιακό σχέδιο πρόβλεπε το ναυτικό αποκλεισμό της Ύδρας, την καθολική εφαρμογή του νόμου, και την εμπόδιση των στασιαστών να δραστηριοποιηθούν εναντίον του Κράτους. Όμως το σχέδιο διέρρευσε και ο αρχηγός των στασιαστών Μαυροκορδάτος ζήτησε από τον Ανδρέα Μιαούλη να καταλάβει τη ναυτική βάση στον Πόρο.
Ο Ανδρέας Μιαούλης ενήργησε πάραυτα και στις 14 Ιουλίου 1831 κατέλαβε την φρεγάτα «Ελλάς» και άλλα πλοία. Ο Καποδίστριας προσπάθησε να κινητοποιήσει τις τρεις δυνάμεις, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, προκειμένου να μεσολαβήσουν στην σύγκρουση. Η Αγγλία και η Γαλλία έσερναν τα πόδια τους καθώς διεκήρυσσαν την ανάγκη να βρεθεί μια λύση, ενώ οι Ρώσοι ήταν πιο διατεθειμένοι να βρεθεί λύση, κάτι που εξάντλησε τα περιθώρια ανοχής των άλλων.
Με την πρόφαση ότι οι Ρώσσοι θα κατελάμβαναν το ελληνικό ναυτικό, την 1 Αυγούστου 1831, στο λιμάνι του Πόρου, ο Ανδρέας Μιαούλης κατέστρεψε τις κορβέττες «Ύδρα» και «Σπέτσες» και την φρεγάτα «Ελλάς». Ο Μιαούλης διέφυγε από το πεδίο της μάχης επάνω σε μια από τις σωσίβιες λέμβους της «Ελλάς». Ο Κανάρης, σε επιστολή του προς τον Καποδίστρια έγραψε: «Την 1η Αυγούστου 1831.στις 1030 το πρωί, κοντά στο νησί Πόρος, ο Μιαούλης έκαωε την φρεγάτα «Ελλάς» και την κορβέττα «Ύδρα». Μακάρι ο δράστης αυτής της βαρβαρότητας να είναι αιώνια καταδικασμένος! (3)
Το Εγγλέζικο περιοδικό “Spectator” στις 10 Σεπτεμβρίου 1831 δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικά με το συμβάν. (5)
Η συνέχεια
Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας δολοφονήθηκε από τον Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 στο Ναύπλιο. Το 1832 ο Μιαούλης επελέγη από την Βαυαρική Αυλή να είναι ένας από τους Έλληνες που θα στέψουν τον πρώτο βασιλέα των Ελλήνων, Όθωνα της Βαυαρίας.
πηγη iellada.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου